Με μια εξωφρενική τροπολογία που ενσωματώθηκε στο νόμο 4820/2021 -ΦΕΚ 130/Α/23-7-21 η κυβέρνηση νομοθέτησε την παράνομη και απάνθρωπη διαδικασία περί αναστολής εργασίας εκείνων των εργαζομένων σε νοσοκομεία και δομές φροντίδας που κάνοντας χρήση των συνταγματικών τους δικαιωμάτων. Δεν θέλουν να εμβολιαστούν με ένα πειραματικό και επικίνδυνο σκεύασμα. Πολίτες με οικογένειες και παιδιά, χωρίς να έχουν διαπράξει κανένα παράπτωμα ή αξιόποινη πράξη, εξωθούνται στην ανεργία και στην φτώχεια μόνο και μόνο επειδή θέλουν να προασπίσουν το σώμα τους από μια πράξη παράνομου ιατρικού καταναγκασμού.
Ενδεικτική της νομικής ιεροσυλίας που συντελείται με αυτή την αδιανόητη τροπολογία είναι η παρέμβαση μιας έντιμης δικηγόρου από την Αθήνα, της κυρίας Αναστασοπούλου Κωνσταντίνας, η οποία δήλωσε ότι «με τα άρθρα 205, 206 και 207 της τροπολογίας παραβιάστηκαν όλα τα δίκαια, συνταγματικό, εργατικό, κοινοτικό, ευρωπαϊκό για τα δικαιώματα του ανθρώπου καθώς και όλες οι διεθνείς συμβάσεις περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Συνεπώς:
Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό το έγκλημα σε μια δημοκρατική χώρα με Σύνταγμα και Νόμους που ενσωματώνουν στα κείμενά τους ξεκάθαρες και πανίσχυρες διατάξεις για την προστασία της σωματικής αυτοκτησίας, της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας του ανθρώπου;
Πώς είναι δυνατόν μια τροπολογία να παραβιάζει τα άρθρα: 2§1, 4§1-2, 5§5, 21§3, 22, 7§2, 74§5 του Συντάγματος της Ελλάδας και τους θεμελιώδεις νόμους 3418/2005(Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας)και τον 2619/1998 (κυρωτικός νόμος της Σύμβασης του Οβιέδο) και όμως να γίνεται αποδεκτή και να ψηφίζεται από τους βουλευτές της κυβέρνησης και ενός κόμματος της αντιπολίτευσης;
Πώς είναι δυνατόν η ανομία να γίνεται αποδεκτή ως μέρος της έννομης τάξηςσαν να είναι το πιο απλό και αυτονόητο πράγμα στον κόσμο;
Πώς είναι δυνατόν να σιωπούν οι θεματοφύλακες του νόμου σε μια τόσο κραυγαλέα παραβίαση της έννομης και της συνταγματικής ομαλότητας;
Και πώς είναι δυνατόν 18 μήνες τώρα στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης σωτηρίας να συντρίβονται ζωές, ψυχές και σώματα και όλοι οι αρμόδιοι φορείς και οι θεσμικοί παράγοντες να κάνουν τα στραβά μάτια; Τι εκπροσωπούν; Ποιόν υπηρετούν; Και σε τι πιστεύουν;
Αυτές τις μέρες χιλιάδες Έλληνες εργαζόμενοι σε δομές υγείας και σε νοσοκομεία ζουν υπό καθεστώς ακραίας ανασφάλειας, αγωνίας και αναστάτωσης. Το ίδιο το κράτος στο οποίο επί χρόνια προσέφεραν τις υπηρεσίες τους τώρα τους απειλεί με οικονομική και βιολογική εξόντωση.
Πρόκειται για έγκλημα: για ένα τερατώδες και ασυγχώρητο έγκλημα. Και όλοι αυτοί που πάνω στις αθεράπευτες υπαρξιακές αγωνίες των ανθρώπων φορτώνουν και άλλες δόλιες, κατασκευασμένες αγωνίες θα μείνουν για πάντα ασυγχώρητοι.
(Γιώργο, Σάββα, Παναγιώτη, Βίκυ και χιλιάδες άλλοι συνάνθρωποί μας, καλή δύναμη. Μόνον η αλληλεγγύη θα μας βοηθήσει να ζήσουμε με αξιοπρέπεια και να αγωνιστούμε ενάντια σε αυτή την νέα μορφή τυραννίας που απειλεί να αφανίσει τα πιο ιερά ανθρώπινα δικαιώματα που χωρίς αυτά η ζωή μετατρέπεται σε μια εφιαλτική και αφόρητη περιπέτεια).
Ο Γιώργος Ταρασλιάς γεννήθηκε στη Ρόδο τον Μάιο του 1969. Πέρασε τα παιδικά και τα εφηβικά του χρόνια στα Κοσκινού. Στα δεκαοκτώ του έφυγε για σπουδές στην Αθήνα – οικονομικά στην ΑΣΟΕΕ. Ξαναγύρισε στο νησί το 1998 και από τότε μένει στην πόλη της Ρόδου. Είναι παντρεμένος και έχει ένα γιο. Τα βιβλία έγιναν καταφύγιο από νωρίς στη ζωή του. Σε δύσκολες εποχές είχε την τύχη να γνωρίσει και να εξοικειωθεί με το έργο σπουδαίων λογοτεχνών: Αλμπέρ Καμύ, Νίκο Καρούζο, Ντοστογιέφσκι, Εμίλ Σιοράν, Κωστή Παπαγιώργη, Τσαρλς Μπουκόφσκι, Κάφκα, Έρμαν Έσσε, Χένρυ Μίλερ, Καζαντζάκη, Χουάν Κάρλος Ονέτι, Ερνέστο Σάμπατο, Κορνήλιο Καστοριάδη, Κλεάνθη Γρίβα. Άρχισε να γράφει από τα δεκαπέντε του. Αρκετά χρόνια αργότερα συνειδητοποίησε την θεραπευτική δύναμη της γραφής. Συνεχίζει να γράφει κυρίως για λόγους αυτοθεραπείας. Θεωρεί την λογοτεχνία ως μια απόπειρα εξήγησης της ανθρώπινης ύπαρξης και ως μία μέθοδο προσωπικής σωτηρίας. Έχει δημοσιεύσει διηγήματα σε συλλογικούς τόμους και την ατομική συλλογή διηγημάτων «Βραδινές Υποσχέσεις και άλλες ιστορίες» – Εκδόσεις Βερέττα, 2019. Χαρακτηρίζει το πρόσφατο δημοσιευμένο έργο του «Μανιφέστο αγωνίας» ως «έργο εκτάκτου ανάγκης».