Οι Υγειονομικοί Κατά Της Υποχρεωτικότητας, εξέδωσαν την παρακάτω ανακοίνωση με αφορμή την Εργατική Πρωτομαγιά. Αναλυτικά:
“Η φετινή εργατική πρωτομαγιά βρίσκει τη χώρα μας εν μέσω προεκλογικού πυρετού μετά από μια τετραετία στυγνής εφαρμογής μνημονιακών δεσμεύσεων που είχαν σαν επίκεντρο την ολοσχερή διάλυση του κράτους πρόνοιας. Μια πολιτική που δεν εφαρμόζεται μόνο στη χώρα μας αλλά έχει τα πρότυπά της και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως μας ενημερώνει η υφυπουργός υγείας κυρία Γκάγκα στα πλαίσια των δηλώσεών της στο 8ο οικονομικό φόρουμ των Δελφών, στις χώρες δηλαδή όπου έχει για τα καλά εισχωρήσει το μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο στους τομείς του κράτους πρόνοιας.
Ενδιαφέρον έχουν επίσης οι δηλώσεις που έγιναν στο ίδιο φόρουμ από την πρόεδρο και διευθύνουσα σύμβουλο της AstraZeneca Ελλάδας και Κύπρου περί συνεργασίας με το London School of Economics και το World Economic Forum, με στόχο την αναδιάρθρωση των συστημάτων υγείας των χωρών, όπως και οι δηλώσεις της ίδιας περί κανόνων προσφοράς και ζήτησης στο χώρο της υγείας.
Η σύναξη πολιτικών προσώπων και παραγόντων του μεγάλου κεφαλαίου εμπορίας προϊόντων της υγείας που απροκάλυπτα πλαισιώνεται από συνεργασίες με οργανισμούς όπως το διεθνές οικονομικό φόρουμ (WEF) υπό την αιγίδα της προέδρου της δημοκρατίας είναι μόνο ένα ενδεικτικό παράδειγμα του στενού εναγκαλισμού του πολιτικού συστήματος με το οργανωμένο διεθνές οικονομικό έγκλημα. Ειδικά στο θέμα της υγείας που αφορά τον κλάδο μας, μπορούμε μετά βεβαιότητας να πούμε ότι οι συμφωνίες των δισεκατομμυρίων που υπογράφηκαν μεταξύ κυβέρνησης και εταιρειών για την εκχώρηση της δημόσιας υγείας στα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα με τη διεθνώς εφαρμοσμένη πατέντα της λεγόμενης ΣΔΙΤ (Σύμπραξης Δημοσίου/ Ιδιωτικού Τομέα), συμφωνίες που δεν καταγγέλθηκαν από καμία μεγάλη αντιπολιτευόμενη παράταξη, θα τηρηθούν ευλαβικά από οποιονδήποτε κυβερνητικό σχηματισμό προκύψει μετά τις εκλογές. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο.
Το δυστύχημα είναι ότι η κοινωνία για άλλη μια φορά εναποθέτει όλες τις ελπίδες για τη σωτηρία της σε μια ακόμα εκλογική αναμέτρηση. Μετά την πρόσκαιρη μέθη που συνοδεύει το προεκλογικό γίγνεσθαι θα ξυπνήσουμε την επόμενη μέρα αντικρίζοντας νηφάλια πλέον την ωμή πραγματικότητα: Ότι ένα ξεπουλημένο πολιτικό σύστημα που έχει σύσσωμο δεσμεύσει με τις υπογραφές του την ανεξαρτησία της χώρας σε όλα τα επίπεδα και λειτουργεί εδώ και χρόνια με την επίφαση μόνο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, δεν είναι δυνατόν να βγάλει το λαό από το αδιέξοδο που το ίδιο δημιούργησε.
Η ανατροπή σε αυτή τη συνθήκη μπορεί να εκκινηθεί πλέον μονάχα από μια ευρεία βάση ενεργών πολιτών που δραστηριοποιούνται μόνιμα και σταθερά σε όλα τα πιθανά επίπεδα και θέματα. Κάθε πολιτική πρωτοβουλία που δεν υποστηρίζεται από τέτοια βάση είναι ντε φάκτο καταδικασμένη σε αυτο-ακύρωση. Υπάρχουν άραγε τέτοιοι πολίτες; Παρακολουθούμε εδώ και μήνες το γαλλικό λαό που με αφορμή τη μεταρρύθμιση που προωθεί ο Μακρόν στο συνταξιοδοτικό βρίσκεται στους δρόμους θέτοντας συνολικά το θέμα της κοινωνικής δικαιοσύνης και των πολιτικών ελευθεριών, διαδηλώνοντας ακούραστα κάθε εβδομάδα σε πολλές πόλεις της Γαλλίας. Εικόνες ογκωδών διαδηλώσεων που δεν θα δούμε να προβάλλονται σε κανένα εγχώριο τηλεοπτικό πρόγραμμα και όπου πρωτοστατούν τα σωματεία, οι ομοσπονδίες και συλλογικότητες κάθε είδους και μεγέθους που συμπαρασύρουν στους δρόμους χιλιάδες απλούς πολίτες.
Η τραγική υπόθεση των Τεμπών ανέδειξε ότι και στη χώρα μας ο κόσμος, παρόλα όσα έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια – και ίσως εξαιτίας αυτών – είναι εξίσου πρόθυμος να ακολουθήσει μαζικά τα καλέσματα των μεγάλων σωματείων και ομοσπονδιών. Η διαφορά είναι ότι στη χώρα μας τα καλέσματα αυτά έχουν προσυμφωνημένη ημερομηνία έναρξης και λήξης.
Αν ο καθένας μας λοιπόν δεν αποφασίσει να κινητοποιηθεί αναλαμβάνοντας δράση στο χώρο της δουλειάς του, στην κοινότητά του και όπου αλλού μπορεί να είναι ενεργός μέσα στα πλαίσια οργανωμένων συλλογικοτήτων που αποφασιστικά θα παρακάμπτουν διαβρωμένα σωματεία και ομοσπονδίες, αν δεν αποφασίσουμε να δράσουμε σε μόνιμη βάση και μαζικά σαν μια λαίλαπα τόσο σφοδρή ώστε να είναι αδύνατον να εμποδιστεί στο διάβα της από τους όποιους διαλυτικούς μηχανισμούς ενεργοποιεί κάθε φορά το σύστημα, τότε δεν υπάρχει ελπίδα να κερδίσουμε ξανά τις χαμένες ζωές μας.
Η εργατική πρωτομαγιά σαν μια κοινή επετειακή ημέρα μνήμης θα μείνει να μας θυμίζει θλιβερά ότι τα εργασιακά, τα κοινωνικά, τα πολιτικά και τα ανθρώπινα δικαιώματα θα τίθενται εσαεί υπό αμφισβήτηση από τους ισχυρούς εφόσον δεν διαφυλάττονται από τους λαούς με συνεχή επαγρύπνηση και συνεχή αγώνα”.