Έχετε σκεφτεί τι θα σας πείραζε να χάνατε περισσότερο: το πορτοφόλι ή το κινητό σας;
Υπάρχει μια θεωρία πως το πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι όταν ξυπνάς το πρωί σε χαρακτηρίζει. Ο αλκοολικός, για παράδειγμα, με το που ανοίγει τα μάτια ονειρεύεται το επόμενο ποτό του. Σύμφωνα με άλλη θεωρία (όπως υποστήριζε καθηγήτρια στο Λύκειο): «Η αγγλική γλώσσα θα έχει γίνει κτήμα σου όταν στον ύπνο σου συνομιλείς στα αγγλικά για ώρες». Ομοίως, αν το πρώτο πράγμα που κάνεις με το πρωινό ξύπνημα –πριν ακόμη σηκωθείς από το κρεβάτι– είναι να τσεκάρεις το κινητό σου για να διαβάσεις τα μηνύματα ή να ρίξεις μια ματιά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τότε ίσως είσαι εξαρτημένος.
Η ανάγκη του ανθρωπίνου πλάσματος για επικοινωνία, δεσμούς αγάπης, κατανόηση, εμπιστοσύνη, εκτίμηση και ατομική επιβράβευση είναι αυτή που κινεί τα νήματα. Τα συναισθήματα ανασφάλειας, ανεπάρκειας και γενικά κάθε είδους έλλειψη –ειδικά σε περιόδους αυτοαμφισβήτησης– είναι καθοριστικής σημασίας.
Μια σειρά ορμονών στο ανθρώπινο σώμα συνδέεται άμεσα με αυτά. Η ντοπαμίνη είναι εκείνη η ορμόνη που εκκρίνεται όταν ολοκληρώνουμε μια σκληρή δουλειά ή επιτυγχάνουμε κάτι. Είναι αυτή που μας δίνει κουράγιο ώστε να συνεχίζουμε για την επίτευξη ενός σημαντικού και δύσκολου στόχου. Είναι, θα έλεγε κανείς, το κίνητρο προόδου.
Η σεροτονίνη είναι το χημικό της ηγεσίας, η αίσθηση της υπερηφανείας. Είναι αυτή που μας κάνει να νιώθουμε γεμάτοι αυτοπεποίθηση, δυνατοί και ικανοί να καταφέρουμε τα πάντα, όταν απλά και μόνο αντιλαμβανόμαστε πως αρέσουμε, πως μας συμπαθούν, μας εκτιμούν, μας ξεχωρίζουν και μας σέβονται. Η κοινωνική ευαισθητοποίηση και η επιθυμία να «ανήκουμε» ή να «ταιριάζουμε» είναι αναμφίβολα μέρος της ανθρωπολογικής μας ανάπτυξης. Όλοι θέλουμε να νιώθουμε ότι είμαστε ευπρόσδεκτο και πολύτιμο μέρος μιας ομάδας.
Επιπρόσθετα, η ωκυτοκίνη είναι εκείνη που εκκρίνεται με τη σωματική επαφή, το άγγιγμα. Αφορά στο συναίσθημα της φιλίας, του έρωτα, αλλά και της βαθιάς εμπιστοσύνης. Η προσπάθεια για λήψη της ξεκινά ήδη από τη βρεφική ηλικία, καθώς το βρέφος –και αργότερα το μικρό παιδί– αισθάνεται ασφάλεια και ανάγκη να αγγίζει συνέχεια τη μητέρα του. Έτσι άλλωστε εξηγείται και η έννοια της χειραψίας είτε για να χαιρετίσει κανείς κάποιον είτε για το κλείσιμο μιας συμφωνίας. Η σωματική επαφή είναι λοιπόν μια ένδειξη της προθυμίας-ανάγκης του ανθρώπου να εμπιστευθεί και να τον εμπιστευθούν.
Υπό αυτό το πρίσμα, η ολοένα αυξανόμενη εθιστική συμπεριφορά του σύγχρονου ανθρώπου από το κινητό του και το διαδίκτυο γενικότερα μοιάζει να γίνεται περισσότερο κατανοητή. Συνάμα, εμφανίζεται σαν εξαρχής ευφιής και στοχευμένος στόχος κάποιων εμπνευστών-κατασκευαστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης –και δεν πρόκειται για συνωμοσιολογία. Τα κίνητρα που δίνονται είναι σκόπιμα φτιαγμένα όχι μόνο για να επιτρέπουν την εξάρτηση από τη ντοπαμίνη, αλλά και για να την καλλιεργούν και να την ενθαρρύνουν. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι η έκκριση ντοπαμίνης –εκτός από είδος ατομικής επιβράβευσης‒ προκαλεί και πολύ μεγάλη εξάρτηση. Συχνά οι συμπεριφορές που καλλιεργεί και ενισχύει κανείς του κάνουν κακό: το αλκοόλ, η κοκαΐνη, η νικοτίνη, τα βιντεοπαιχνίδια και ο τζόγος ευνοούν την έκκριση ντοπαμίνης. Πολλές λοιπόν από αυτές τις συμπεριφορές (και από πολλές άλλες που μας προκαλούν ευφορία) εξαρτώνται κατά βάση από τη ντοπαμίνη. Γι΄ αυτό ακριβώς κάποιος έχει την τάση να τις ενισχύει και να τις επαναλαμβάνει, ώστε να λάβει την επόμενη δόση αυτής της ορμόνης που συχνά μπορεί να λειτουργήσει σαν ναρκωτικό (παρέχει στιγμιαία δυνατή ευχαρίστηση και ζητά να επαναληφθεί).
Αυτό όμως δεν συμβαίνει και με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Μήπως το όνομα «χρήστης» δεν είναι και τόσο τυχαίο; Ο αριθμός των «like» (των «μου αρέσει»), των ακολούθων στο Facebook, στο Twitter ή στο Instagram, τα γραπτά μηνύματα, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο αλλά και οι καρδούλες που συλλέγουμε παράλληλα με τον βόμβο ή τον χτύπο του τηλεφώνου, το κουδούνισμα, ακόμη και το άναμμα της οθόνης , είναι όλα μια αίσθηση ροής ντοπαμίνης στο σώμα. Συχνά συνδέουμε (ή μάλλον συγχέουμε) τη χαρά της έκπληξης επειδή λάβαμε κάτι με την αληθινή χαρά και έκπληξη. Κάποιοι ζούμε γι’ αυτό το κουδούνισμα, περιμένουμε να φωτίσει η οθόνη, ένδειξη ότι κάποιος μας θυμήθηκε, μας σκέφθηκε, πως κάτι υπάρχει εκεί για μας. Η ζωή γεμίζει από γρήγορες δόσεις ντοπαμίνης (μην ξεχνάμε, ζούμε στην εποχή του «fast» -fast food, fast sex, fast internet, fast pass) και αναζήτηση του επόμενου κύματος. Ζούμε σε έναν ανυπόμονο κόσμο, έναν κόσμο στιγμιαίας ικανοποίησης, έναν κόσμο όπου βασιλεύει η ντοπαμίνη. Kι αυτό είναι απόρροια του εγωκεντρισμού μας. Μπορούμε να ψωνίσουμε από το διαδίκτυο αυτό που θέλουμε εύκολα και γρήγορα, να δούμε τη συνέχεια της αγαπημένης μας σειράς χωρίς να χρειαστεί να κάνουμε υπομονή μια εβδομάδα, να πάρουμε σε δευτερόλεπτα την πληροφορία που ζητάμε, την απάντηση που ψάχνουμε. Έχουμε συνηθίσει πια να παίρνουμε αυτό που θέλουμε δίχως να πρέπει να περιμένουμε, αλλά όταν το θέλουμε. Χάθηκε η έννοια της πλησμονής. Πολλές φορές το συνειδητοποιούμε κι ας μην το θέλουμε: εξαιτίας της αναζήτησης ντοπαμίνης η κρίση μας θολώνει, συχνά παύουμε να σκεφτόμαστε και γινόμαστε εμμονικοί περιμένοντας τη νέα δόση, ενώ δεν αφήνουμε τίποτα και κανέναν να μας εμποδίσει.
Είναι μάλιστα τέτοια η σύνδεση της ψυχολογικής διάθεσης, η οποία επηρεάζεται άμεσα (και πολλές φορές εξαρτάται) από αυτά. Θλίψη που διαδέχεται τη χαρά, απογοήτευση που μετατρέπεται σε ενθουσιασμό και αντίστροφα, αλλά και καθορισμός της εν γένει συναισθηματικής κατάστασης, αίσθηση άγχους, στέρησης, εκνευρισμού, αναταραχής ακόμη και καταθλιπτικά συμπτώματα σε ορισμένες περιπτώσεις. Ως αποτέλεσμα, διαταραχές ύπνου ή/και φαγητού, αλλά και προβλήματα στην ικανοποίηση βασικών καθημερινών αναγκών κάνουν την εμφάνισή τους. Ενίοτε δε, θυσιάζονται ακόμη και οι ανθρώπινες σχέσεις στον βωμό μόνο και μόνο μιας επιπλέον δόσης. Ταυτόχρονα κι άλλα προβλήματα κάνουν την εμφάνισή τους: προβληματισμός και γενική αναστάτωση αν και πότε ο παραλήπτης θα διαβάσει το μήνυμα, πίεση να δει και να απαντήσει κανείς σε όσα του έχουν στείλει. Αισθήματα κατωτερότητας ή απόρριψης που εναλλάσσονται στιγμιαία με αυτά της ανωτερότητας και της αποδοχής.
Κάποιες φορές τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο. Νευρωνικές συνδέσεις αναπτύσσονται σε σημείο που κάποιοι κοιμούνται και ξυπνούν με το κινητό τους τηλέφωνο ή το κρατούν πάντα και παντού. Θα έλεγε κανείς ότι γίνεται γι΄ αυτούς ένα τρίτο χέρι. Δυστυχώς, πολλοί από εμάς πιάνουμε τον εαυτό μας να τσεκάρουμε το κινητό μας συχνά και κάποιες φορές να πατάμε ανανέωση ακόμη κι αν δεν έχουμε λάβει τίποτε ή –το χειρότερο‒ να φανταζόμαστε πως ακούμε ήχους του. Μοιάζει να είμαστε φανερά εξαρτημένοι: Θέλω ντοπαμίνη!
Γίνεται τώρα περισσότερο φανερός ο λόγος εμφάνισης –προ λίγων μηνών‒ των γνωστών καρδιών δίπλα σε κάθε μήνυμα του Viber –και όχι μόνο. Το σύμβολο της καρδιάς προφανώς δεν είναι τυχαία επιλεγμένο. Αφορά στην ανάγκη του ανθρώπου για αγάπη, τρυφερότητα, δημιουργία δεσμών, ανταπόκριση, αποδοχή, αλληλοσεβασμό, αναγνώριση και επιβεβαίωση (ας θυμηθούμε την ορμόνη της σεροτονίνης), ενώ παράλληλα επιδιώκει να θρέψει τον εγωισμό του. Ο άνθρωπος τρέφεται από το να αρέσει κι αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά όσοι τις επινόησαν. Κι αν αυτό φαντάζει σαν υπερβολή, ας σκεφτεί κανείς πώς επιδρά στην ψυχοσυναισθηματική μας διάθεση όταν το μήνυμα που στέλνουμε αργεί να αναγνωστεί από τον παραλήπτη του.
Η σημασία της αποδοχής, απάντησης και ανταπόκρισης απεικονίζεται ευκρινώς στο πείραμα του ανέκφραστου (ή ακίνητου) προσώπου (the still face experiment) που πραγματοποίησε ο Δρ. Edward Tronick το 1975. Σε αυτό, ενώ για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα ένα βρέφος έχει φυσιολογική επικοινωνία με τη μητέρα του (του μιλά, του γελά κλπ. και αυτό ανταποκρίνεται), ξαφνικά προκαλείται εσκεμμένα μια απότομη αλλαγή: για 3 λεπτά περίπου η μητέρα γίνεται εντελώς ανέκφραστη, ψυχρή και δεν αποκρίνεται σε κανένα κάλεσμα του μωρού της. Αυτό, κάνοντας επανειλημμένες προσπάθειες να επαναφέρει την αλληλεπίδραση και αφού αποτυγχάνει, αρχίζει να κάνει κινήσεις, να πανικοβάλλεται και τσιρίζει. Τελικά η μητέρα επανέρχεται στην αρχική της συμπεριφορά κι εκείνο αρχίζει να ηρεμεί και να χαμογελά. Αν το παραπάνω πείραμα δεν είναι αρκετά πειστικό, ας θυμηθούμε τα συμπεριφορικά πειράματα των Pavlov, Thorndike και ιδιαίτερα του Skinner, όπου η σύνδεση ερεθίσματος-αντανακλαστικού-επιβράβευσης είναι αποκαλυπτική. Τα ζώα υπάκουαν τυφλά στο κάλεσμα του ήχου, προκειμένου να λάβουν τη δική τους «πληρωμή», την τροφή τους, ενώ ορισμένες φορές η επιβράβευση αργούσε να δοθεί (και ενίοτε δεν δινόταν καθόλου). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι αρουραίοι να συνεχίζουν να πιέζουν τον μοχλό, σαν ναρκομανείς που θέλουν τη δόση τους, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα.
Εδώ έγκειται η αντίστοιχη σχέση δράσης-αντίδρασης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κάπως έτσι φαίνεται να συνδέονται και τα σύμβολα-καρδιές του Viber. Η ύπαρξή τους φαινομενικά μοιάζει να εξυπηρετεί από πλευράς χρόνου ή ένδειξης ευαρέσκειας. Μια βαθύτερη θεώρηση του θέματος, όμως, αποκαλύπτει μια απόπειρα σταδιακής και εσκεμμένης εξόντωσης και αφανισμού του λόγου, της ανθρώπινης επικοινωνίας. Ήδη τα γραπτά μηνύματα έχουν σε μεγάλο βαθμό αντικαταστήσει τη ζωντανή ή διά τηλεφώνου συνομιλία, ειδικά αν πρόκειται για τυπικές σχέσεις. Στις γιορτές, ένα μήνυμα θεωρείται η εύκολη λύση. Τώρα έρχεται ένας περαιτέρω περιορισμός όχι μόνο της έκφρασης και της γλώσσας, αλλά και της σκέψης και του συναισθήματος. Σε αυτό «βοηθούν» και τα γνωστά εικονίδια-«φατσούλες» που αντικαθιστούν παντελώς τον λόγο και την περιγραφή αισθημάτων.
Τα νέα παιδιά έχουν προπονηθεί προς τούτη την κατεύθυνση. Δεκατριάχρονο κορίτσι έγραφε μήνυμα σε φίλη της: «Vrm p zw». Βαθειά θλίψη και απογοήτευση με κυρίευσε όταν το αποκωδικοποίησα: «Βαριέμαι που ζω». Όχι μόνο θάνατος της επικοινωνίας, της ομιλίας και της γραφής· θάνατος των συναισθημάτων και της ζωής, σκέφτηκα.
Τα γεγονότα μιλούν μόνα τους. Ένα νέο είδος μετα-ανθρώπου διαφαίνεται στο προσκήνιο. Ψηφιοποίηση των πάντων. Ακόμη και της ανθρώπινης ύπαρξης. Ψηφιακό πορτοφόλι, ψηφιακή ταυτότητα. Για μια ακόμη φορά δεν αποτελεί συνωμοσιολογία να πούμε πως η σύνδεση του νέου εικονικού-ψηφιακού κόσμου δεν είναι διόλου τυχαία. Το ακριβώς αντίθετο, μάλιστα. «Όποιες είναι οι σκέψεις μας, τέτοια και η ζωή μας» θα παρατηρήσει εύστοχα ο Γέρων Θαδδαίος της Βιτόβνιτσα, καθώς «όποιον σκέφτεσαι, σ’ εκείνον ανήκεις». Σε μια απόπειρα παράφρασης του παραπάνω, θα λέγαμε «ό,τι σκέφτεσαι, σ’ εκείνο ανήκεις». Υπερβολή;
…Ήταν προσηλωμένος –ή μάλλον προσπαθούσε να είναι‒ στο βιβλίο που διάβαζε. Πιο δίπλα το κινητό του. Κάπου-κάπου του έριχνε μια ματιά περιμένοντας με αγωνία άλλη μια δόση ντοπαμίνης. Ήθελε να το βλέπει να ανάβει ή να ακούει έναν βόμβο, ένα κουδούνισμα ή ακόμη καλύτερα να δέχεται καρδούλες στο Viber. Ήταν ενθουσιασμένος που χθες, που ήταν η γιορτή του, είχε λάβει τόσο πολλά εικονομηνύματα με λουλούδια και τούρτες. Τον ενόχλησε βέβαια κάπως που λίγοι είχαν μπει στον κόπο να του ευχηθούν γραπτώς και ακόμη λιγότεροι του είχαν τηλεφωνήσει. Ο νους του όμως γυρνούσε γύρω από το μήνυμα που περίμενε να του αλλάξει τη σημερινή κακή διάθεση. Η αλήθεια είναι πως ήταν φανερά απογοητευμένος, αφού το μήνυμά του δεν είχε αναγνωσθεί ώρες τώρα.
Ο εκνευρισμός του γινόταν πιο εμφανής όσο η ώρα περνούσε. Η έλλειψη συγκέντρωσης στο βιβλίο μεγάλωνε. Η εξάρτηση από την οθόνη του κινητού του έμοιαζε να γιγαντώνεται. Μα να μην έχω λάβει ένα μήνυμα τόσες ώρες; Κοντεύει 10. Μήπως δεν έχω internet; αναρωτήθηκε. Κάποια στιγμή φώτισε η οθόνη του κινητού του και εμφανίστηκε μια καρδούλα. Ήταν αυτή που περίμενε; Όχι… Άναψε ένα ακόμη τσιγάρο. Άνοιξε το σφραγισμένο μπουκάλι κι έβαλε ένα ποτήρι ουίσκι. Το είχε αγοράσει από την προηγούμενη, μήπως και ερχόταν κάποιος να του ευχηθεί. Γύρισε στο βιβλίο τού Simon Sinek και συνέχισε να διαβάζει:
«ΟΙ ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΜΑΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ προετοιμάζονταν για το κυνήγι όλο ανυπομονησία να δουν τι μπορεί να φέρει η ημέρα. Η ικανότητά τους να φαντάζονται πώς μοιάζει ο στόχος τους και η επιβράβευση που θα τους παρείχε, τους κάνει την πρώτη ένεση ντοπαμίνης την ώρα που ξεκινούν. Ένας κυνηγός βρίσκει κάποια ίχνη που δείχνουν ότι μια γαζέλα πέρασε από την περιοχή ‒άλλη μια ένεση ντοπαμίνης που τους ενθαρρύνει να συνεχίσουν. Κάποιος εντοπίζει από μακριά μια γαζέλα –κι άλλη, δυνατότερη ένεση ντοπαμίνης καθώς παρακολουθούν το ζώο τις επόμενες ώρες. Στο τέλος τούς πλημμυρίζει ένα κύμα αδρεναλίνης και ενθουσιασμού, ενώ τη στιγμή που σκοτώνουν, στο σώμα τους ξεχύνεται ντοπαμίνη κι εκείνοι έχουν μια τεράστια αίσθηση επιτυχίας. Δίνουν συγχαρητήρια ο ένας στον άλλο και ευχαριστούν τον ηγέτη τους, που υπήρξε άξιος εμπιστοσύνης, ενώ τώρα στις φλέβες όλων ξεχύνεται σεροτονίνη. Αγκαλιάζονται και ανταλλάσσουν φιλικά χαστουκάκια, νιώθοντας ενωμένοι σαν αδέρφια με όσους βρέθηκαν έξω στις λάσπες μαζί τους τις λίγες εκείνες ημέρες. Η ωκυτοκίνη δυναμώνει τον δεσμό τους. Οι ατρόμητοι κυνηγοί φέρνουν το φαγητό πίσω στη φυλή, η οποία τους κατακλύζει στους επαίνους και τον σεβασμό· ρέει κι άλλη σεροτονίνη. Η υπόλοιπη φυλή νιώθει ότι κάποιος τη φρόντισε και είναι ευγνώμων για τους κίνδυνους που διέτρεξαν για χάρη της οι κυνηγοί –κι όλοι νιώθουν ευφορία και απολαμβάνουν μαζί το νόστιμο γεύμα».
Έριξε πάλι μια γρήγορη ματιά στο κινητό του. Αυτή τη φορά τού φάνηκε πως άκουσε τον ήχο του Viber. Κι όμως, παρέμενε σκοτεινό… Συνέχισε να διαβάζει: «Λαχταρώντας μια δόση χημικής εφορίας επαναλαμβάνουμε τις συμπεριφορές που ξέρουμε ότι μπορούν να μας χαρίσουν αυτή τη δόση». Αυτό προσπάθησε λίγο να το επεξεργαστεί καλύτερα, όταν ένας ήχος Viber διέκοψε τη σκέψη του. Ήταν –όχι πάλι– μια ακόμη «φατσούλα» γέλιου, απάντηση φίλου σε μήνυμά του. Έπιασε να συνεχίσει το βιβλίο του βάζοντας άλλο ένα ποτήρι από το αγαπημένο του ουίσκι. Μπήκε πάλι στο Viber. «Μη αναγνωσμένο» μονολόγησε…
Ξαφνικά ήρθε το ποθούμενο. Μια καρδούλα που από το πρωί περίμενε! Έκρηξη ντοπαμίνης στον οργανισμό του! Η άλλη ορμόνη, η σεροτονίνη έκανε αμέσως την εμφάνισή της. «Το ήξερα ότι θα της αρέσει!» Μια ροή ωκυτοκίνης τον πλημμύρισε: «Πόσο σημαντική είναι για μένα! Πόση αξία μου δίνει! Δεν μπορώ χωρίς αυτήν…». Έμεινε να κοιτάζει την καρδούλα αρκετά λεπτά. Δυστυχώς όμως, κανένα γραπτό μήνυμα δεν ακολούθησε… Περίμενε κάμποση ώρα. Άναψε ένα ακόμη τσιγάρο. Πρόσθεσε και λίγο ακόμη ουίσκι. Μια εκκωφαντική σιωπή κάλυψε την ατμόσφαιρα, αλλά και την ψυχή του…
Το ρολόι χτύπησε 2 τα ξημερώματα. Η ματιά του έπεσε σε ένα περιοδικό που είχε αγοράσει το πρωί. Παρατήρησε τώρα έναν τίτλο στο εξώφυλλο: «Μετανθρωπισμός-τεχνητή νοημοσύνη: το όραμα του αύριο». Φανερά απογοητευμένος, άνοιξε την τηλεόραση, μήπως και ξεχαστεί. Έπαιζε διαφήμιση γνωστού οργανισμού. Η φωνή του μικρού παιδιού αντήχησε ηχηρά στα αυτιά του: «Θέλω να μιλήσω σε κάποιον. Δεν είμαι καλά».
Η εκκωφαντική σιωπή ηχούσε τώρα ολοένα και δυνατότερα. Του φαινόταν μάλιστα πως τώρα άκουγε μια γνώριμη μουσική. Ναι, ναι, ήταν αυτή από τον «Ρινόκερο» του Ιονέσκο. Η οσμή του θανάτου που είναι κοντά, που πλησιάζει…
Το κλάμα του νεογέννητου μωρού από το διπλανό σπίτι και μια δυνατή μυρωδιά από νυχτολούλουδο τον έκαναν να ξυπνήσει. Είχε αποκοιμηθεί πάνω στο βιβλίο του. Η αυγουστιάτικη πανσέληνος διακρινόταν ακόμη από το παράθυρό του. Το λυκαυγές έδινε τη σκυτάλη στην αυγή της νέας ημέρας.
Ελένη Αργυροπούλου-Σαραφοπούλου
πτυχ. Κοινωνικής Θεολογίας