(«Ο καλύτερος τρόπος για να εμποδίσεις έναν φυλακισμένο να δραπετεύσει είναι να βεβαιωθείς ότι δεν θα μάθει ποτέ ότι είναι σε φυλακή».- Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, 1821-1881, Ρώσος συγγραφέας)
Δεν ήταν λίγες οι φορές τους τελευταίους δεκαοχτώ μήνες που έγινα μάρτυρας τραγελαφικών καταστάσεων μέσα σε αυτό το κλίμα υγειονομικής παράνοιας που εντέχνως καλλιεργήθηκε από τις κυβερνήσεις, τα μέσα μαζικής τρομοκρατίας και τους κάθε λογής «ειδικούς».
Για παράδειγμα, απέναντι σε μασκοφορεμένους συνανθρώπους μου, αναγκάστηκα στη μέση του δρόμου να κρατήσω μέχρι σκασμού την ανάγκη μου να φταρνιστώ περιμένοντας να βρεθώ σε κάποιο σημείο ολομόναχος και σε απόσταση ασφαλείας – τουλάχιστον ενός χιλιομέτρου. Το έκανα για λόγους σεβασμού απέναντί τους αλλά και για να αποφύγω απρόβλεπτες καταστάσεις που θα μπορούσαν να γίνουν δυσάρεστες αλλά και επικίνδυνες.
Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, όμως, δεν κατάφερα να κρατηθώ. Κάτι ο ήλιος, κάτι η σχετικά μεγάλη απόσταση, με ώθησαν να εκφράσω αυτή την λυτρωτική ανάγκη του σώματος που σύμφωνα με κάποιες δοξασίες της ανατολικής κοσμοθεωρίας απελευθερώνει από μέσα μας την αρνητική ενέργεια και ξελαφρώνει την ψυχή. Τι το ’θελα;
Είδα άνθρωπο μασκοφορεμένο να αλλάζει πεζοδρόμιο πανικόβλητος για να μην εκτεθεί στο θανάσιμο νέφος μικροβίων που είχα εξαπολύσει στην ατμόσφαιρα. Είδα άνθρωπο να κάνει πλήρη αναστροφή και να απομακρύνεται σχεδόν τρέχοντας από το σημείο της μεγάλης απειλής. Και τέλος άκουσα και κάποιον να μουρμουράει μέσα από τη μάσκα και ίσως να με βρίζει θανάσιμα.
Θλιβερά όσο και αστεία αυτά τα γεγονότα αποκαλύπτουν το πόσο ευάλωτο είναι διανοητικά και συναισθηματικά το ανθρώπινο ον όταν διακατέχεται από φόβο, άγνοια και την ολέθρια αυταπάτη ότι η εξουσία νοιάζεται για το καλό των ανθρώπων. Ακόμα και το φτάρνισμα ενοχοποιήθηκε και έγινε στο μυαλό των πολιτών πηγή αρρώστιας και θανάσιμου κινδύνου. Χρόνια τώρα, όλοι σχεδόν, περάσαμε συνάχια, γρίπες και κρυώματα και εκτός από μια σιωπηλή απαίτηση για μια διακριτική αποφυγή του φταρνίσματος στο πρόσωπο μας δεν σκεφτήκαμε ποτέ να το βάλουμε στα πόδια για να μην εκτεθούμε στα δολοφονικά πυρά ενός… φταρνίσματος.
Και τώρα; Τι άλλαξε και γίναμε τόσο καχύποπτοι και εχθρικοί απέναντι σε έναν συνάνθρωπό μας που φταρνίζεται; Από ιατρικής πλευράς δεν άλλαξε απολύτως τίποτα. Το μόνο που άλλαξε είναι ότι ανήθικοι εκπρόσωποι της πολιτικής και επιστημονικής εξουσίας παντού στον κόσμο, για να υλοποιήσουν τον ανίερο σχέδιό τους, αποφάσισαν να φυλακίσουν το ανθρώπινο μυαλό μέσα σε ένα τεράστιο ψέμα και να σπείρουν στην ψυχή των ανθρώπων τον φόβο για τον συνάνθρωπο και το μίσος για τον πλησίον. Και έτσι, εκτός από το φτάρνισμα, μέσα σε ένα κλίμα απάνθρωπης προπαγάνδας, ενοχοποίησαν όλες εκείνες τις χειρονομίες που δίνουν στην συνύπαρξη την τρυφερή και ζωογόνα δύναμή της: την χειραψία, την αγκαλιά, το φιλί, το χαμόγελο, την επαφή.
Γιατί, κάθε τυραννία για να υπάρξει και να γίνει καθεστώς εκεί στηρίζεται: στον φόβο, στην υποταγή, στην απομόνωση, στον διχασμό και στην εχθρότητα μεταξύ των ανθρώπων.
Στο βιβλίο της «Οι πηγές του ολοκληρωτισμού» (1951) η Χάνα Άρεντ, Γερμανοαμερικανίδα πολιτική επιστήμονας και φιλόσοφος έγραψε: «Η απόλυτη τρομοκρατία δεν μπορεί να επιβληθεί παρά μόνον σε ανθρώπους που είναι απομονωμένοι μεταξύ τους γι αυτό κι όλα τα τυραννικά καθεστώτα φροντίζουν να προκαλέσουν αυτήν την απομόνωση».
Ο Γιώργος Ταρασλιάς γεννήθηκε στη Ρόδο τον Μάιο του 1969. Πέρασε τα παιδικά και τα εφηβικά του χρόνια στα Κοσκινού. Στα δεκαοκτώ του έφυγε για σπουδές στην Αθήνα – οικονομικά στην ΑΣΟΕΕ. Ξαναγύρισε στο νησί το 1998 και από τότε μένει στην πόλη της Ρόδου. Είναι παντρεμένος και έχει ένα γιο. Τα βιβλία έγιναν καταφύγιο από νωρίς στη ζωή του. Σε δύσκολες εποχές είχε την τύχη να γνωρίσει και να εξοικειωθεί με το έργο σπουδαίων λογοτεχνών: Αλμπέρ Καμύ, Νίκο Καρούζο, Ντοστογιέφσκι, Εμίλ Σιοράν, Κωστή Παπαγιώργη, Τσαρλς Μπουκόφσκι, Κάφκα, Έρμαν Έσσε, Χένρυ Μίλερ, Καζαντζάκη, Χουάν Κάρλος Ονέτι, Ερνέστο Σάμπατο, Κορνήλιο Καστοριάδη, Κλεάνθη Γρίβα. Άρχισε να γράφει από τα δεκαπέντε του. Αρκετά χρόνια αργότερα συνειδητοποίησε την θεραπευτική δύναμη της γραφής. Συνεχίζει να γράφει κυρίως για λόγους αυτοθεραπείας. Θεωρεί την λογοτεχνία ως μια απόπειρα εξήγησης της ανθρώπινης ύπαρξης και ως μία μέθοδο προσωπικής σωτηρίας. Έχει δημοσιεύσει διηγήματα σε συλλογικούς τόμους και την ατομική συλλογή διηγημάτων «Βραδινές Υποσχέσεις και άλλες ιστορίες» – Εκδόσεις Βερέττα, 2019. Χαρακτηρίζει το πρόσφατο δημοσιευμένο έργο του «Μανιφέστο αγωνίας» ως «έργο εκτάκτου ανάγκης».