Γράφει η Στέλλα Καρατζίκη
Επόμενη μέρα, τέλος τα Μνημόνια, τέλος και οι ανασχηματισμοί
Επόμενη μέρα και μας βρίσκει καθηλωμένους στον καναπέ των επαναστατικών ονειρώξεων μας, γονατιστούς μπροστά στην ερεθιστική αλλαγή του πολιτικού σκηνικού.Τα παιδιά μας στις βρεφικές ους κούνιες ατενίζουν το μέλλον τους λαμπρό, η Νουτρίτσια τους μπουκώνει φαί που δεν έχουν πια ανάγκη, ανεβάζει τις μετοχές της , και με το αποτέλεσμα, σπάει το φράγμα του χρηματιστηρίου. Οι γιγάντιες πόρτες των ελληνικών πανεπιστημίων χρωματίζονται γαλάζιες στο φως της απόλυτης σίγουρης ελπίδας που παλεύει σεμνά να πνίξει την αγωνία της κατάκτησης, οι τοίχοι απλώνονται πέρα από τα οδοφράγματα που έστησε γύρω από την εκπαίδευση η ανίδεη σκέψη ανικανότητας των προηγούμενων σκτηπτοφόρων.
Επόμενη μέρα και στα νοσοκομεία ανοίγουν διάπλατα παντζούρια η υγεία μπουκάρει με βαρβαρότητα Σπαρτιάτη, θρυμματίζει τα τζάμια κι επιδίδεται σ ένα αέναο στραγγαλισμό ασθενών και παθόντων. Οι πόνοι διαλύονται κιι εξοστρακίζονται στα γεμάτα ευτυχία χαμόγελα. Στον τεράστιο προαύλιο χώρο ελικόπτερα φορτώνουν το πλεόνασμα φαρμάκων για τις πεμπτοκοσμικές Ευρωπαϊκές χώρες. Διαδηλωτές κατακλύζουν του δρόμους διαμαρτυρόμενοι για την καθυστέρηση τους.
Επόμενη μέρα και το ευρώ εισχωρεί κρυφά στα σωθικά της νόησης μας και πιάνοντας όμηρο την μεγαλοψυχία μας αναγκάζει να του επιτρέψουμε την παραμονή.Η Γερμανική ικεσία επαίτης στην γαλανόλευκη ποδιά μας, μας εκβιάζει την θλίψη μας. Με το δάκρυ ανωτερότητας πασχίζουμε να σβήσουμε την νεοαποκτηθείσα ενοχή τους.
Αποκληρώσαμε την Νέμεση πολλούς αιώνες πριν. Λυπούμεθα. Οι ξέχειλες μαύρου χρυσού αποθήκες μας δεν επιτρέπουν να δεχτούμε πίσω τα κλεμμένα. Βολέψτε τα ως χάρισμα παρακαταθήκη να πληρωθεί το συσσίτιο των απόρων σας.
Επόμενη μέρα και οι Σωκράτες της χώρας εκλιπαρούν την κατάργηση της αδείας τους.Στο μέγαρο της δικαιοσύνης η τυφλή γκόμενα που κουβαλά το ζύγι, σπινταρισμένη από την τροφή της αμεροληψίας, ακούραστα στοχάζεται ακοίμητη. Εξω από τα σωφρονηστήρια οι ουρές των μεταμελημένων σπρωγμένοι από τις σηδηρογροθιές των ερυνίων παρακαλούν για μια θέση εξιλέωσης. Δίνουν όσο όσο…..
Επόμενη μερα κι ο πρόωρα γερασμένος ασπρομάλλης, ακούει την αναγγελία της πτήσης του. Κρατά το χέρι της μελεμενιάς που έχει κόκκινα βαμμένα νύχια.Με την πίκρα να τον καθυστερεί σαν δεκανίκι, θα πετάξει για τα κει μαν. Ο καυτός ήλιος των νησιών θα μαλακώσει και ίσως επουλώσει το δάγκωμα του βάρβαρου τέρατος που δεν χωρά στις βαλίτσες Πληρώνει υπέρβαρο. Κλαίει. Δεν είναι ούτε εξήντα
Σε λίγο θα ξανάρθουν εκλογές.Η μοναδική τραχιά χροιά της μελαγχολικής ερωτικής σχέσης πολιτικών και ψηφοφόρων οφείλεται στο οτί είναι εραστές, τόσο κοντά κι ερωτευμένοι, η σκιά του μελλοντικού τους χωρισμού στην τετραετία χρωματίζεται με την στέρεη αντίληψη, ότι η απλή ευτυχία του παρόντος υπομένεται μόνο χάρη στην υπέρμετρη ευτυχία που προκύπτει από τις επόμενες.