Τη δική του απάντηση στις πρόσφατες δηλώσεις που έκανε η αναπληρώτρια υπουργός υγείας Μίνα Γκάγκα δίνει το “Σωματείο των Υγειονομικών Υπέρ της Δημοκρατίας και Ελευθερίας” με ανακοίνωση που εξέδωσε. Ειδικότερα, αναφέρει τα ακόλουθα:
“Σε πρόσφατη συνέντευξή της στην τηλεόραση της ΕΡΤ, η αναπληρώτρια υπουργός υγείας κυρία Γκάγκα έκανε διευκρινιστικές δηλώσεις για το νέο νομοσχέδιο με τίτλο “δευτεροβάθμια περίθαλψη, ιατρική εκπαίδευση και λοιπές διατάξεις” που τέθηκε πρόσφατα σε δημόσια διαβούλευση προκειμένου να κατατεθεί στη βουλή και αφορά στη σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα στο χώρο της υγείας (ΣΔΙΤ).
Οι ενστάσεις των συνδικαλιστικών φορέων των γιατρών, όπως τις παράθεσε ο οικοδεσπότης της εκπομπής, εστιάζουν στην κατάργηση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών που θα έχει ως συνέπεια την ώθηση των ασθενών προς τις ιδιωτικές κλινικές. Ως προς αυτό το θέμα η κυρία Γκάγκα εξηγεί ότι στόχος της μεταρρύθμισης είναι να λειτουργεί περισσότερες ώρες το δημόσιο νοσοκομείο. Πράγματι, στο νόμο 4931/22 που ψηφίστηκε τον περασμένο Μάιο και αφορά την πρωτοβάθμια περίθαλψη, εισάγεται ο όρος της ολοήμερης λειτουργίας των νοσοκομείων. Τα σημεία που πρέπει να εστιάσουμε αναφορικά με αυτή την τροποποίηση ώστε να κατανοήσουμε σε τι θα εξυπηρετούν οι περισσότερες ώρες λειτουργίας του νοσοκομείου, είναι τα εξής:
α) Η ολοήμερη λειτουργία των νοσοκομείων σε καμία περίπτωση δεν έχει σχέση με το γνωστό σύστημα των εφημεριών (συμπεριλαμβανομένου και του ειδικού τρόπου αμοιβής του προσωπικού).
β) Στόχος της ολοήμερης λειτουργίας είναι να εγκατασταθεί το καθεστώς των απογευματινών χειρουργείων και της ιδιωτικής υγείας στο ΕΣΥ.
γ) Κατά την ολοήμερη λειτουργία η δωρεάν περίθαλψη του ασθενή περιορίζεται (αρχικά) μόνο στο πρωινό ωράριο με απώτερο στόχο τη μετάβαση σε ένα πλήρως ιδιωτικό ΕΣΥ που θα λειτουργεί αποκλειστικά με όρους ιδιωτικής κλινικής και θα αποκλείει κάθε ασθενή που δεν θα έχει τη δυνατότητα ιδιωτικής ασφάλισης.
Η κυρία Γκάγκα επικαλείται το παράδειγμα των απογευματινών ιατρείων που έχουν εδραιωθεί εδώ και χρόνια στο ΕΣΥ, προκειμένου να αποδείξει ότι με την εισαγωγή απογευματινών χειρουργείων στο ΕΣΥ κατά το ίδιο πρότυπο, δεν θα υπάρξει περίπτωση διαταραχής της εύρυθμης λειτουργίας του πρωινού ωραρίου. Κατά την άποψή της το σύστημα των απογευματινών ιατρείων δουλεύει “ευνομούμενα” ή “ευνοούμενα” – από το σαρδάμ διακρίνεται η δυσκολία να κρυφτεί το ψέμα – και μάλιστα υποστηρίζει η κυρία Γκάγκα ότι “τα απογευματινά ιατρεία τα επιλέγουν κάποιοι ασθενείς που προτιμούν να λειτουργούν έτσι”. Ξεχνά να αναφέρει η κυρία Γκάγκα τις τεράστιες λίστες αναμονής για ένα δωρεάν πρωινό ραντεβού που χρόνο με το χρόνο μεγαλώνουν και ωθούν τους ασθενείς, θέλοντας και μη, να “επιλέξουν” το απογευματινό ραντεβού.
Αν λοιπόν και τα απογευματινά χειρουργεία λειτουργήσουν, σύμφωνα με την κυρία Γκάγκα, με την ίδια λογική, μπορούμε να υποψιαστούμε τι σημαίνει αυτό για το μέλλον της εύρυθμης λειτουργίας του δημόσιου νοσοκομείου. Η κυρία Γκάγκα προκειμένου να μας καθησυχάσει περαιτέρω, αναφέρει ότι το ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης που δημιουργήθηκε για την Υγεία θα ανιχνεύει και θα εμποδίζει ακυρώσεις πρωινών χειρουργείων που μπορεί εύλογα να προκύψουν ως αποτέλεσμα μετατόπισης του ενδιαφέροντος των γιατρών προς τα προσοδοφόρα απογευματινά χειρουργεία.
Η δήλωση αυτή βέβαια έρχεται σε αντίφαση με προηγούμενες δηλώσεις του συνεργάτη της κυρίου Πλεύρη, σύμφωνα με τις οποίες μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος παρακολούθησης πρόκειται να καθορίζονται ο αριθμός, ακόμα και η φύση (επείγον ή μη) των πρωινών χειρουργείων προκειμένου να δημιουργηθεί ο απαιτούμενος χώρος για την εισαγωγή των απογευματινών χειρουργείων στο ΕΣΥ. Οι αντιφάσεις αυτές δεν προκαλούν εντύπωση δεδομένης της δυσκολίας που προκύπτει κατά την απόπειρα συγκάλυψης ενός εγκλήματος τέτοιου μεγέθους.
Γεγονός είναι ότι η υλοποίηση του σχεδίου της καθολικής ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ δεν είναι εφικτή με το υγειονομικό προσωπικό να τάσσεται σύσσωμο εναντίον αυτής της προσπάθειας. Έτσι επιλέχτηκαν οι γιατροί ως βασικοί συνομιλητές σε αυτή τη διαπραγμάτευση με δέλεαρ την αύξηση του εισοδήματός τους. Η κυρία Γκάγκα παραβλέποντας εντελώς την πλήρη απαξίωση των μισθών και των συμβάσεων εργασίας που συντελείται προοδευτικά τα τελευταία χρόνια, με το φαινόμενο να απασχολούνται ακόμα και στο ΕΣΥ οι νέοι γιατροί με μπλοκάκι, αποδίδει τη μαζική φυγή των γιατρών στο εξωτερικό στην απουσία ευκαιριών για παράλληλο ιδιωτικό έργο. Ευθαρσώς παρουσιάζει το τυράκι της ιδιωτικής απασχόλησης σαν ανταμοιβή για την χρόνια προσφορά των γιατρών στο εθνικό σύστημα υγείας.
Αντιλαμβανόμαστε ότι οι ενστάσεις των συνδικαλιστικών φορέων είναι προσχηματικές εφόσον δεν εστιάζουν στην ουσία του προβλήματος. Η ουσία είναι η απαξίωση των μισθών και των συμβάσεων εργασίας που αποτελούν στην πραγματικότητα τον μοναδικό τρόπο ώστε να παραμείνουν οι γιατροί εντός συνόρων και να ενισχυθεί ουσιαστικά ο δημόσιος χαρακτήρας του συστήματος υγείας. Η κυρία Γκάγκα εξάλλου αποκαλύπτει ότι για το άνοιγμα στην ιδιωτική απασχόληση δεν υπάρχει αντίρρηση από κανέναν, εννοώντας προφανώς τους συνδικαλιστικούς φορείς. Σε αυτό την πιστεύουμε. Η κυρία Γκάγκα αντιπροτείνει το βιοπορισμό των γιατρών από την τσέπη του ασθενή και δε διστάζει να αναφερθεί σε παραδείγματα του εξωτερικού όπου λειτουργεί κατ αυτόν το τρόπο το εθνικό σύστημα υγείας, ποντάροντας βέβαια στην άγνοια του μέσου ακροατή για το θέμα.
Χωρίς να θέλουμε να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, απαντάμε στην κυρία Γκάγκα ότι το εθνικό σύστημα υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου για παράδειγμα, που έχει υποστεί εδώ και χρόνια τη μετάλλαξη της ιδιωτικοποίησης, απασχολεί κατά κύριο λόγο συναδέλφους από ξένες χώρες με χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο, ακριβώς διότι αδυνατεί να προσελκύσει τους Βρετανούς με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας που έχουν διαμορφωθεί στο σύστημα υγείας. Παρεμπιπτόντως οι υγειονομικοί του NHS προετοιμάζουν μεθοδικά τη μεγαλύτερη απεργιακή κινητοποίηση στα χρονικά της συστήματος υγείας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτό που φαντάζει αρχικά ως ισχυρό οικονομικό δέλεαρ για το γιατρό του ΕΣΥ θα αποδειχθεί καρμανιόλα καθώς θα τον εγκλωβίσει σε ένα αδιάκοπο κυνηγητό πελατείας μεταξύ ΕΣΥ και ιδιωτικής απασχόλησης προκειμένου να διασφαλίσει το εισόδημά του. Η προοπτική πλήρους κατάργησης του βασικού μισθού αποτελεί υπό αυτές τις προϋποθέσεις κατά την εκτίμησή μας βέβαιη εξέλιξη στο νέο ΕΣΥ.
Καθώς οι πιο έμπειροι γιατροί υποψιάζονται το διακύβευμα, το υπουργείο προσπαθεί να προσελκύσει με τις προτάσεις του τους νέους γιατρούς που δεν έχουν εδραιωμένη θέση στο σύστημα υγείας. Για το πολύπαθο νοσηλευτικό προσωπικό δε, η κυρία Γκάγκα επίσης τάζει μερίδιο από τη συμμετοχή στα απογευματινά χειρουργεία, παραλείποντας να αναφερθεί σε παλαιότερες δηλώσεις του κυρίου Πλεύρη, βάσει των οποίων το νοσηλευτικό προσωπικό θα καλύπτεται για αυτή τη συμμετοχή από το κλειστό ενοποιημένο νοσήλιο του ΕΟΠΥΥ, δηλαδή θα παίρνει τα ίδια ψίχουλα όπως και από τη συμμετοχή του στα απογευματινά ιατρεία.
Η πρόσληψη χιλιάδων νέων νοσηλευτών που ανακοινώνει η κυρία Γκάγκα εντάσσεται ακριβώς σε αυτό το νέο πλαίσιο λειτουργίας του ΕΣΥ που προβλέπει περαιτέρω απαξίωση των όρων εργασίας, πετσοκομμένο εισόδημα και αναπλήρωση του χαμένου εισοδήματος από το “χαρτζιλίκι” των απογευματινών χειρουργείων. Η διάλυση ενός εθνικού πυλώνα προϋποθέτει, όπως έχουμε επανειλημμένα τονίσει, τον εξευτελισμό των εργαζόμενων. Τελική πρόθεση είναι η μετάβαση σε ένα πλήρως ιδιωτικοποιημένο ΕΣΥ όπου δεν θα υπάρχει καμία δυνατότητα πρωινής δωρεάν πρόσβασης και όπου το προσωπικό θα υποχρεώνεται στη συμμετοχή στην ολοήμερη λειτουργία θέλοντας και μη – και όχι εφόσον το επιθυμεί, όπως ισχυρίζεται η κυρία Γκάγκα. Το προσωπικό εξάλλου έχει προκαταβολικά εξοικειωθεί με αυτούς τους όρους εργασίας τα τελευταία χρόνια επί καθεστώτος πανδημίας.
Με αυτά τα δεδομένα, το θέμα της μετατόπισης των ασθενών προς τον ιδιωτικό τομέα, όπως το θέτουν οι συνδικαλιστικοί φορείς, αποκτά δευτερεύουσα σημασία μπροστά στο μεγάλο διακύβευμα που είναι η βαθμηδόν κατάργηση του δημοσίου δωρεάν χαρακτήρα του ΕΣΥ, από την οποία θα ζημιωθεί εξίσου ο ασθενής και το υγειονομικό προσωπικό. Οι βάσεις για τη μετάβαση αυτή έχουν ήδη τεθεί με το νόμο 4931/22 για την πρωτοβάθμια περίθαλψη (βλέπε: Νέος Χάρτης Υγείας, www.syde.gr)και θα συμπληρωθούν με το παρόν νομοσχέδιο που προωθεί το υπουργείο υγείας.
Σε αυτό το πλαίσιο η είσοδος ιδιωτών γιατρών στο ΕΣΥ θεωρούμε ότι θα λειτουργήσει μεταβατικά προκειμένου να αποφευχθεί η κατάρρευση που θα δημιουργηθεί από την τεχνητή έλλειψη προσωπικού. Θα αφορά δε κυρίως σε συναδέλφους ελεύθερους επαγγελματίες που θα αδυνατούν να διατηρήσουν ανοιχτά τα ιατρεία τους. Ο λόγος είναι η υπερφορολόγηση που μεθοδευμένα έχει επιβάλει το κράτος στους ελεύθερους επαγγελματίες προκειμένου να αποτελειώσει και αυτόν τον τομέα, προς τελικό όφελος των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων της υγείας για χάρη των οποίων συντελούνται όλες αυτές οι αλλαγές. Υπό αυτό το πρίσμα οι απαιτήσεις κάποιων “συνδικαλιστών” για επίταξη του ιδιωτικού τομέα, μόνο ως υπέρτατος χλευασμός και υποτίμηση της νοημοσύνης μας μπορούν να εκληφθούν.
Από τη συζήτηση φυσικά δεν θα μπορούσαν να λείψουν, όπως έχει καθιερωθεί στο κλείσιμο αυτών των συνεντεύξεων, και οι αναστολές εργασίας που αποτελούν το μεγαλύτερο αγκάθι στην προσπάθεια κατάργησης της δημόσιας υγείας. Η κυρία Γκάγκα που παρουσιαζόταν μέχρι τώρα ως πιο διαλλακτική και συζητήσιμη σε σχέση με τον συνεργάτη της κύριο Πλεύρη στο θέμα των αναστολών, επιτέλους υιοθετεί ανοιχτά τη γραμμή Πλεύρη- Μητσοτάκη, μπαίνοντας στην ουσία του θέματος με τις εξής δηλώσεις:
“Τα επιχειρήματα που υπάρχουν τώρα που τα επιδημιολογικά δεδομένα είναι διαφορετικά είναι κυρίως:
– ποια είναι η πολιτική της χώρας για τα εμβόλια,
– ποια είναι η πολιτική της χώρας για τους υγειονομικούς, αν πρέπει ή δεν πρέπει να κάνουν κάποια συγκεκριμένα εμβόλια και
– ποιος είναι ο τρόπος που δεχόμαστε τα επιστημονικά δεδομένα ως υγειονομικοί”.
Επί της ουσίας με αυτές τις δηλώσεις η κυρία Γκάγκα αποκαλύπτει τις πραγματικές προθέσεις τής κυβέρνησης και προβαίνει παράλληλα σε κάποιες προαναγγελίες:
α) Δεν ενδιαφέρουν καθόλου εν τέλει τα εκάστοτε επιδημιολογικά δεδομένα τα οποία από την αρχή υπήρξαν προσχηματικά για να κρατούν σκόπιμα ένα μέρος του προσωπικού εκτός εργασίας με στόχο την αποδιοργάνωση του συστήματος υγείας.
β) Ο δρόμος του υποχρεωτικού εμβολιασμού και γενικά των υποχρεωτικών ιατρικών πράξεων έχει για τα καλά ανοίξει, τόσο για την ευρύτερη κοινωνία, όσο – και ειδικά – για τους υγειονομικούς που λειτουργούν ως παράδειγμα προς μίμηση.
Η δε επιβολή μαζικών εμβολιασμών με σκευάσματα αμφιλεγόμενης τεχνολογίας που παρακάμπτουν πλέον με επίσημη οδηγία τα προκαταρκτικά στάδια ελέγχου αποτελεσματικότητας και ασφάλειας και δοκιμάζονται απευθείας επάνω στον πληθυσμό, είναι ένα γεγονός.
γ) Η ντε φάκτο αποδοχή “επιστημονικών” δεδομένων από το υγειονομικό προσωπικό δε σημαίνει στην ουσία τίποτα άλλο από τυφλή αντιεπιστημονική συμμόρφωση στα προτάγματα της μεγάλης αγοράς της υγείας που εδραιώνεται μέσα στο ελληνικό εθνικό σύστημα υγείας.
Η σύμπραξη του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα είναι με άλλα λόγια η εξαγορά της δημόσιας υγείας από το μεγάλο κεφάλαιο και αποτελεί “σχολή”, εδώ και δεκαετίες εφαρμοσμένη, με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα, στα συστήματα υγείας άλλων χωρών που έπεσαν θύματα βίαιης υφαρπαγής του εθνικού τους πλούτου πριν από τη χώρα μας. Ως κομιστές και εκτελεστές αυτής της συνθήκης, η κυρία Γκάγκα, ο κύριος Πλεύρης και οι λοιποί εμπλεκόμενοι – τωρινοί και μελλοντικοί – θα μείνουν στην ιστορία ως τα ανδρείκελα που στέρησαν από τη χώρα έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες του κράτους πρόνοιας: τη δημόσια υγεία.
Το ειδικό δικαστήριο άραγε το βλέπουν ποτέ στον ύπνο τους ή είναι τόσο βέβαιοι ότι θα τη γλιτώσουν;”