Ένας άνθρωπος, ένας ρομποτικός βραχίονας και δεκάδες ηλεκτρόδια. Αυτά είναι τα στοιχεία ενός επαναστατικού πειράματος που αποκαθιστά την αίσθηση της αφής μετά από παράλυση.
Οι επιστήμονες γνωρίζουν εδώ και καιρό ότι ο εγκέφαλος συνεχίζει να διατηρεί την αίσθηση ενός ακρωτηριασμένου ή παραλυμένου άκρου. «Ο εγκέφαλος συνεχίζει να έχει την ικανότητα να κάνει ό, τι έκανε πάντα», λέει ο επιστήμονας βιο-μηχανικής της ανθρώπινης κίνησης, Robert Gaunt. «Ακόμη και μετά από τραυματισμό».
Με αφετηρία τη γνώση αυτή, σύμφωνα με το National Geographic, άνθρωποι οι οποίοι έχουν υποστεί παράλυση κατάφεραν να ελέγξουν με τον εγκέφαλο τους ρομποτικά άκρα.
Ο Gaunt και η ομάδα του στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ και στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου έχουν θέσει ως στόχο να προχωρήσουν ακόμα περισσότερο, καθώς αναζητούν τρόπους προκειμένου το ρομποτικό άκρο να «ενσωματωθεί», να γίνει πραγματικά μέρος του σώματος και όχι απλά ένα εργαλείο.
Ο Nathan Copeland, παράλυτος από το στήθος και κάτω μετά από τροχαίο που είχε στην εφηβεία του, συμμετείχε στο εν λόγω πείραμα.
Η ερευνητική ομάδα εμφύτευσε περί τους εκατό μικροσκοπικούς αισθητήρες στον εγκέφαλό του, συγκεκριμένα στον κινητικό φλοιό, ο οποίος ελέγχει την εκούσια κίνηση και στο τμήμα του αισθητήριου φλοιού που επεξεργάζεται την αίσθηση.
Στη συνέχεια, ο ρομποτικός βραχίονας συνδέθηκε με καλώδιο προκειμένου να στέλνει και να λαμβάνει σήματα από τους αισθητήρες.
Ο Copeland, που είναι τώρα 31 ετών, μπορεί πλέον να εντοπίσει με ακρίβεια σε ποσοστό 84,3 % ακόμη και με κλειστά τα μάτια, ποια από τα προσθετικά δάχτυλα του χεριού του πιέζονται.
Τα αποτελέσματα του πειράματος δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση Science Translational Medicine.
Ο Copeland λέει ότι αισθάνεται επίσης, το ζεστό, ακόμη και το μυρμήγκιασμα στα ρομποτικά του δάκτυλα και δηλώνει «ευτυχισμένος, ανακουφισμένος και γεμάτος ελπίδα».
Ένας είναι ο τελικός στόχος και είναι απλός, λέει ο Gaunt: Η ανάπτυξη τεχνολογιών ώστε η παράλυση και η απώλεια των άκρων να μην είναι πλέον «αναπηρία».