Ελέω Θεού Πατριάρχης της Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ
και πάσης Παλαιστίνης
παντί τω πληρώματι της Εκκλησίας,
χάριν και έλεος και ειρήνην
από του Παναγίου και Ζωοδόχου Τάφου του Αναστάντος Χριστού.
«Χαίρετε λαοί και αγαλλιάσθε
άγγελος εκάθισεν εις τον λίθον του μνήματος
αυτός ημάς ευηγγελίσατο ειπών
Χριστός ανέστη εκ νεκρών, ο σωτήρ του κόσμου
και επλήρωσε τα σύμπαντα ευωδίας.
Χαίρετε λαοί και αγαλιάσθε».
(Στιχηρόν αναστάσιμον των Αίνων β ήχου)
Όρθρος ην βαθύς τη ημέρα εκείνη τη μιά των Σαββάτων, τη πρώτη της Εβδομάδος, μετά την σταύρωσιν και την ταφήν του Κυρίου Ιησού. Τον όρθρον τούτον προλαβούσαι αι περί Μαριάμ γυναίκες, αι συνακολουθήσασαι τω Ιησού από της Γαλιλαίας και γενόμεναι μάρτυρες του σταυρού και της ταφής Αυτού, εξήλθον προς το μνημείον, απορούσαι και διερωτώμεναι, ποίος θα αποκυλίση τον λίθον εκ της θύρας αυτού, διά να αλείψουν με μύρα το σώμα του εσταυρωμένου και ενταφιασμένου Κυρίου Ιησού Χριστού.
Φθάσασαι όμως εις το μνημείον, εγένοντο μάρτυρες θέας εκπάγλου και θαυμαστής λίαν. Εύρον αποκεκυλισμένον τον λίθον, ζεύγος δε ζωηφόρων αγγέλων ένδοθεν του μνημείου εβόα προς αυτάς, «τι ζητείτε τον ζώντα μετά των νεκρών, ουκ έστιν ώδε αλλά ηγέρθη» (Λουκ. 24, 6). «Ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν» (Μαρκ 16, 6).
Τούτο ήτο το ευαγγέλιον, το χαρμόσυνον άγγελμα του τελεσιουργηθέντος έργου του Θεού, διά την αναγέννησιν, την ανακαίνισιν, την λύτρωσιν, την ελευθερίαν, την ανάστασιν και την σωτηρίαν του ανθρώπου. Ο Μονογενής Υιός και Λόγος Αυτού, ο προσλαβών σάρκα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Αειπαρθένου και προσηλώσας την σάρκα ταύτην εκουσίως εις τον σταυρόν, αποθανών ως άνθρωπος επί του σταυρού και ταφείς ως θνητός, ανέστη τριήμερος εκ νεκρών τη δυνάμει του Πατρός Αυτού και τη ιδία Αυτού Θεϊκή δυνάμει. Ο θάνατος ουκ έσχεν εξουσίαν επ’ Αυτού. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός διά του ιδίου Αυτού θανάτου τον θάνατον επάτησε. Διέλυσε τα δεσμά του Άδου, διέρρηξε τας σφραγίδας του μνήματος και αφήκε τούτο κενόν μετά των οθονίων μόνον εις μαρτύριον της Αναστάσεως Αυτού.
Ουχ ήττον όμως την αγγελικήν οπτασίαν και αγγελίαν εβεβαίωσε μετ’ ου πολύ δια της ιδίας Αυτού αναστασίμου παρουσίας ο εκ νεκρών αναστάς Κύριος. Ενεφανίσθη μετά του εσταυρωμένου, ηλωμένου, λελαμπρυσμένου και τεθεωμένου αχράντου Αυτού σώματος εις πλείστας εμφανείας μετά την Ανάστασιν. Υπήντησε αυτάς τας μυροφόρους γυναίκας εις τον κήπον του μνημείου, λέγων αυταίς «χαίρετε» (Ματθ. 28, 9). Ενεφανίσθη εις τους μαθητάς Αυτού, συνηγμένους εις το υπερώον, των θυρών κεκλεισμένων, ούσης οψίας τη ημέρα εκείνη τη μιά των Σαββάτων και πάλιν μεθ’ ημέρας οκτώ, του Θωμά όντος μετ’ αυτών (Ιωάνν. 20, 19-29). Συνεπορεύθη μετά Λουκά και Κλεόπα προς Εμμαούς, ένθα και ηυλόγησε και επέδωσεν αυτοίς τον άρτον (Λουκ. 24, 30). Έστη εν μέσω των μαθητών λαλούντων και προέτρεψεν αυτούς, όπως ψηλαφήσουν Αυτόν και βεβαιωθούν ότι ως Ενανθρωπήσας είχε «σάρκα και οστέα» και εζήτησε παρ’ αυτών και έλαβε και έφαγε «ιχθύος οπτού μέρος και από μελισσίου κηρίου», (Λουκ. 24, 36 -44). «Παραστήσας εαυτόν ζώντα εν πολλοίς τεκμηρίοις μετά το παθείν» (Πράξ. 1,3), την τεσσαρακοστήν από της Αναστάσεως ημέραν, των μαθητών βλεπόντων, επήρθη ενδόξως εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Πατρός Αυτού το εν τη Ενανθρωπήσει πρόσλημμα ημών και εθέωσεν αυτό.
Εκείθεν απέστειλεν ημίν παρά του Πατρός Παράκλητον άλλον, το Πνεύμα της αληθείας, το Πνεύμα Αυτού το Άγιον, το οποίον εφώτισε τους αγίους Αυτού μαθητάς και αποστόλους και ίδρυσε την Εκκλησίαν, το Σώμα Αυτού το Άγιον. Ίδρυσε ταύτην και προώρισε, ίνα αύτη συνεχίζη επί της γης το αγιαστικόν και σωστικόν Αυτού έργον. Να αποτελή φανέρωσιν της εληλυθυίας και ερχομένης Αυτού βασιλείας εν τω κόσμω. Να κηρύττη το Ευαγγέλιον Αυτού έως εσχάτου της γης. Να παρέχη άφεσιν αμαρτιών εν τη δοθείση αυτή παρ’ Αυτού εξουσία. Να κηρύττη εις την άγνοιαν του κόσμου την γνώσιν του προσώπου Αυτού. Ότι Αυτός εστιν «η οδός και η αλήθεια και η ζωή», (Ιωάν. 14, 4). Να εξασκή έργον φιλανθρωπίας προς ενδεείς, πρόσφυγας, ναυαγούς και αστέγους, παραδειγματιζομένη εξ Εκείνου, ο Οποίος «ουκ είχε που την κεφαλήν κλίνη», (Ματθ. 8, 20). Εν τη δυνάμει των λόγων Αυτού, «λάβετε, φάγετε και πίετε εξ αυτού πάντες» και εν τη επικλήσει του Αγίου Πνεύματος να μεταδίδη το Σώμα Αυτού το άχραντον και το Αίμα Αυτού το τίμιον εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον. Να αντιπαραθέτη εις την μανίαν της πολεμικής βίας και εις το παράλογον των νεοφανών τρομοκρατικών καταστροφικών ενεργειών τον λόγον Αυτού της θυσιαστικής αγάπης και συνδιαλλαγής, «Πάτερ άφες αυτοίς», (Λουκ. 23, 34) και «εγώ δε λέγω υμίν αγαπάτε τους εχθρούς υμών και προσεύχεσθε υπέρ των διωκόντων υμάς», (Ματθ. 5, 44).
Η Εκκλησία των Ιεροσολύμων, Σιών η Αγία, η λαχούσα παρά του Ιδρυτού αυτής την διακονίαν Αυτού και του λυτρωτικού έργου Αυτού εις τους τόπους, εις τους οποίους Ούτος σαρκί εφανερώθη και δη εις τον ζωοδόχον Αυτού τάφον, το Ιερόν Κουβούκλιον το οποίον και ηυλογήθη προσφάτως, όπως αναστηλώση, εύχεται εις το χριστεπώνυμον πλήρωμα αυτής οπουδήποτε γης και εις τους τιμώντας αυτήν ευλαβείς προσκυνητάς την υπομονήν εις τέλος και την καρποφορίαν εν υπομονή, την δύναμιν και την ελπίδα της αναστάσεως ως αντίδοτον εις τας αντιξοόητας και τας θλίψεις, την όντως ειρήνην του Αναστάντος Ιησού Χριστού, την υγιείαν και τήν ευημερίαν και χαρμόσυνον αναστάσιμον πασχάλιον περίοδον, αναφωνούσα εν χαρά ανεκλαλήτω το «Χριστός ανέστη».
Εν τη Αγία Πόλει Ιερουσαλήμ, ΠΑΣΧΑ 2017
Μετά Πατρικών ευχών και Πατριαρχικών ευλογιών,
Διάπυρος προς Κύριον ευχέτης,
ΘΕΟΦΙΛΟΣ Γ’
Πατριάρχης Ιεροσολύμων