Γράφει ο Κώστας Λαμπριανός
Σε όσους παρακολουθούν από κοντά τα κοινά δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η παρούσα δημοτική αρχή, υπό τον Φώτη Χατζηδιάκο, δεν έχει να προσφέρει τίποτε σ’ αυτόν τον τόπο και τους πολίτες του.
Παγιδευμένος στο καταφύγιο της άμετρης ματαιοδοξίας και των πολιτικών ψευδαισθήσεών του ο κύριος Δήμαρχος δείχνει καθημερινά, ολοένα εντονότερα, ότι παραμένει αμετανόητος εκφραστής του μοντέλου διακυβέρνησης που έφερε τη χώρα στον γκρεμό, και τον λαό στη μέγκενη της κατάθλιψης.
Εμμονικός, απαλλαγμένος και από το φύλλο συκής, τελείως αδιάντροπα, αποτυπώνει σε λίγες λέξεις, το μέγεθος του ηθικού ελλείμματος που χαρακτηρίζει τον ίδιο και ορισμένους εκ των συνεργατών του.
Προκλήθηκε και δεν απάντησε ο κύριος Δήμαρχος Ροδίων αν είναι, ηθικά και πολιτικά, επιτρεπτό να διατηρεί στο αξίωμα του αντιδημάρχου, και δή επί των οικονομικών, έναν αιρετό συνεργάτη του που παραπέμπεται, με αμετάκλητο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, να δικαστεί από το Τριμελές Εφετείο επί Κακουργημάτων, με το ατιμωτικό αδίκημα της απιστίας σε βάρος του δημοσίου, και εν προκειμένω του Σάββα Διακοσταματίου, πρώην δημάρχου Αφάντου.
Προκλήθηκε και δεν απάντησε, επίσης, όταν οι δημοσιογράφοι του έθεσαν θέμα με αφορμή το άρθρο μου της περασμένης Πέμπτης με τίτλο «πλεόνασμα ανηθικότητας», ίσως μεθοδευμένα από τα εξαπτέρυγά του.
«Δεν καταλαβαίνω» είπε, «αυτή την επί προσωπικού επίθεση, αλλά θα πώ μια κουβέντα μόνον όσον αφορά το σχόλιο και τον τίτλο της τελευταίας επίθεσης, περί ανηθικότητας. Δεν δέχομαι μαθήματα ηθικής μέσα από ανήθικες πρακτικές. Για να μην πω από ανήθικους».
Ούτε λέξη όμως για την ταμπακιέρα. αν, δηλαδή, είναι ηθικά και πολιτικά επιτρεπτό ο αντιδήμαρχος του, Σάββας Διακοσταματίου, να παραμένει στη θέση του αν και υπόδικος για απιστία σε βάρος του δημοσίου, σε βαθμό κακουργήματος.
Είναι όμως και ερώτημα ουσίας: ποιος, αλήθεια, μπορεί να διαβεβαιώσει τον ροδιακό λαό ότι ως διαχειριστής του δημοσίου χρήματος δεν θα διαπράξει, και πάλιν, το ίδιο ή έτερο ατιμωτικό αδίκημα, στον βωμό της ψηφοθηρικής πολιτικής και των πελατειακών σχέσεων της δημοτικής αρχής;
Υπάρχει, επομένως, μείζον ηθικό, πολιτικό και νομικό ζήτημα. Και υπήρξε, κατά την ταπεινή άποψή μου, μέγα λάθος η ουσιαστική κατάργηση του άρθρου του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων που προέβλεπε την έκπτωση και την επιβολή πειθαρχικής ποινής αργίας σε όσους αυτοδιοικητικούς παραπέμπονταν σε δίκη για κακουργηματικά αδικήματα με αμετάκλητο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών.
Αλλά πάνω και από τους νόμους των ανθρώπων στέκουν οι άγραφοι ηθικοί νόμοι, από τα κλασικά χρόνια έως και σήμερα, όπως κραυγάζει, επί αιώνες, με αρχετυπική σαφήνεια η τραγική ηρωίδα του Σοφοκλή, Αντιγόνη.
Αλαζών, επηρμένος, θλιβερό απομεινάρι μιας άλλης εποχής που ευθύνεται για την εθνοκτόνο παρακμή, ο Φώτης Χατζηδιάκος, αποκαλύπτει με την απάντησή του όχι μόνο ανυπαρξία ηθικής συνείδησης αλλά και υφέρποντα φασισμό.
Με αχαλίνωτο κυνισμό εξομοιώνει την κριτική του άρθρου με «επίθεση επί προσωπικού» και την χαρακτηρίζει ως «ανήθικη πρακτική» και «ανήθικον» τον γράφοντα.
Προφανώς, δεν έχει συνειδητοποιήσει ακόμα ότι είναι ο πρώτος πολίτης αυτού του τόπου, και ότι στα δημοκρατικά πολιτεύματα τα δημόσια πρόσωπα αν δεν επιδιώκουν τη δημόσια κριτική οφείλουν να την αποδέχονται και να την αξιοποιούν προς την κατεύθυνση βελτίωσης της πολιτική τους προς όφελος του λαού.
Ως μικρός Πάπας, ο κύριος Δήμαρχος διεκδικεί το «αλάθητο», ενώ το σπαθί του αυταρχισμού του την «ασυλία», τη φίμωση κάθε αντίθετης φωνής.
Αμετανόητος, τελείως αδιάντροπα, περιφρονεί όλους εκείνους τους ψηφοφόρους του που τον εμπιστεύτηκαν με την ελπίδα μιας διαφορετικής πολιτικής, εμπνευσμένης από αρχές και αξίες, απαλλαγμένης από ταπεινά ελατήρια, από πρακτικές και μεθοδεύσεις οι οποίες υποτιμούν την νοημοσύνη των πολιτών.
Και συνεχίζει να προκαλεί, αναλαμβάνοντας ρόλο προστάτη του υπόδικου για κακούργημα «συνεργάτη» του ο οποίος, φρονίμως ποιών, έχει λουφάξει.
Όμως, κάθε πολίτης με στοιχειώδη νοημοσύνη είναι βέβαιος πια, ότι δεν μπορεί να ελπίζει στην παρούσα πολιτική αρχή.
Είναι πεπεισμένος ότι ο ίδιος ο κύριος Δήμαρχος και η στενή παρέα των αξιωματούχων του, με συνεκτικό κρίκο την εξουσιομανία δεν έχουν να δώσουν τίποτε σ’ αυτήν την έρμη πόλη, στα χωριά και στον λαό τους.
Καιροσκόποι της πολιτικής αντιπροσωπεύουν ότι απεχθέστερο στα πέτρινα χρόνια της κρίσης, αλλά συνεχίζουν να κτίζουν πελατειακές σχέσεις και ένα δίκτυο προπαγάνδας, ως σανίδα σωτηρίας από τη γενικευμένη κατακραυγή.
Να υπενθυμίσω εδώ ότι τυχοδιώκτες και καιροσκόποι της πολιτικής ήταν αυτοί που είχαν υφάνει τον ιστό της διαπλοκής με τα οικονομικά συμφέροντα για να γνωρίσει ο λαός τη βαθύτερη διαφθορά και σήψη.
Η μεγάλη κομπίνα των δημοσίων και εκκλησιαστικών κτημάτων, η οποία, επί χρόνια, απασχολεί την Δικαιοσύνη σε τοπικό επίπεδο δεν θα μπορούσε να συντελεστεί χωρίς την παρέμβαση πολιτικών, χάριν παράνομου πλουτισμού.
Αν, κάποια στιγμή, αποκαλυφθούν τα «ανέκκλητα πληρεξούσια» που φυλάσσονται ως κόρη οφθαλμού από συμβολαιογράφους ο λαός μας θα μείνει άναυδος – είναι βέβαιο.
Αλλά αυτή είναι μια άλλη αμαρτωλή ιστορία.
Εκείνο που σήμερα είναι αναγκαίο, όσο ποτέ άλλοτε, είναι η ηθική πολιτική, η πολιτική υγεία.