Ζούμε σε μια ταραγμένη και ζοφερή εποχή. Και ακόμα πιο ζοφερό, σκληρό και αβίωτο θα είναι το μέλλον που μας ετοιμάζουν αν δεν καταλάβουμε τι είναι αυτό που συμβαίνει και γιατί συμβαίνει.
Πολύ συνοπτικά: όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις του κόσμου διαχειρίζονται με τρόπο εγκληματικό και απάνθρωπομια τελείως αναξιόπιστη «υγειονομική κρίση» (αναξιόπιστα διαγνωστικά τεστ, νεκροί από άλλες αιτίες που καταγράφονται ως κόβιντ) ξεφτιλίζοντας την ιατρική επιστήμη και εφαρμόζοντας σκληρά, καταστροφικά και αντισυνταγματικά μέτρα πολιτικής, αστυνομικής και στρατιωτικής διαχείρισης χωρίς καμιά ιατρική λογική.
Όλα όσα βλέπουμε εδώ και 20 μήνες θυμίζουν ένα παγκόσμιο πείραμα υποταγής στην εξουσία. Τίποτα δεν μοιάζει με σχέδιο σωτηρίας από μια «πανδημία». Αντίθετα, όλα μοιάζουν με σχέδιο κατάργησης της ανθρώπινης ελευθερίας, ολοκληρωτικής υποταγής στην εξουσία και μετατροπής των ανθρώπων σε υπάκουους σκλάβους, σε πειραματόζωα και εν τέλει σε άβουλα πλάσματα-πράγματα.
Ανάμεσά στα μέτρα και ο υποχρεωτικός έλεγχος των ανθρώπων πριν μπουν σε κάθε λογής εσωτερικούς χώρους. Βλέπω ανθρώπους να περιμένουν στην σειρά για να δείξουν τα χαρτιά τους ή το κινητό τους και να σκαναριστούν μέσω του κωδικού QR. Τους βλέπω σε μαγαζιά, σε εστιατόρια, σε καφέ, σε σινεμά, σχεδόν παντού. Τους βλέπω πρόθυμους, άνετους, ειδικά τα νέα παιδιά. Τους παρατηρώ αμήχανος και στο τέλος με κυριεύει κάθε φορά το ίδιο αίσθημα θλίψης, απορίας και έκπληξης. Σε μια έξαρση απόγνωσης και αδελφοσύνης θέλω να τους φωνάξω: «Δεν βλέπετε τι κάνετε; Δεν βλέπετε τι έρχεται; Σταματήστε!». Δεν το κάνω – για λόγους ευνόητους. (Και άλλωστε, δεν θέλω να κάνω υποδείξεις σε κανέναν, ούτε καν να προτείνω. Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Ας παρατηρήσει ο καθένας προσεχτικά και ας πράξει ανάλογα.)
Αλλά τι είναι ο κώδικας QR; Στην Wikipedia διαβάζουμε: «Ο κώδικας QR (αγγλικά QuickResponse, “γρήγορη ανταπόκριση”, ως εμπορικό σήμα “QR-Code”) είναι ένας γραμμωτός κώδικας (barcode) δύο διαστάσεων, που δημιουργήθηκε από την ιαπωνική εταιρεία Denso-Wave το 1994. Λόγω της αυτόματης διόρθωσης σφαλμάτων, η μέθοδος αυτή είναι πολύ εύρωστη και, ως εκ τούτου, χρησιμοποιείται ευρέως… Ο κώδικας QR αναπτύχθηκε για τη σήμανση μονάδων και εξαρτημάτων για το τμήμα εφοδιασμού στην αυτοκινητοβιομηχανία του ομίλου Toyota…».
(Το κείμενο είναι μεγάλο, με πολλές τεχνικές λεπτομέρειες για όποιον ενδιαφέρεται).
Αυτό, λοιπόν, που επινοήθηκε για την σήμανση προϊόντων και εξαρτημάτων τώρα επεκτείνεται και σε ανθρώπους. Οι άνθρωποι αρχίζουν να υπόκεινται σε διαδικασία σήμανσης όπως τα πράγματα. Τώρα το σταμπάρισμα γίνεται στο κινητό, αργότερα στο ίδιο το σώμα. Κάθε στιγμή και σε κάθε τους βήμα οι άνθρωποι αρχίζουν να ταυτοποιούνται και να ελέγχονται από το σύστημα όπως τα προϊόντα σε μια γραμμή βιομηχανικής παραγωγής. Που πάμε, τι κάνουμε, τι ψωνίζουμε, τι βλέπουμε, με ποιον είμαστε; Ο «Μεγάλος Αδελφός» είναι εδώ και μας βλέπει με το άγρυπνο και απόκοσμο βλέμμα του. Τώρα μας εντοπίζει μέσω του κινητού, σε λίγο ποιος ξέρει – ίσως με το ίδιο μας το σώμα που θα λειτουργεί σαν… κεραία.
Η εικόνα του σκαναρίσματος των πολιτών είναι αποκαρδιωτική, αδιανόητη. Είναι κομμάτι της νέας ανωμαλίας που μας έχουν επιβάλλει. Μας το λένε κατάμουτρα ναζιστικά κατάλοιπα σαν τον Σβαμπ και τα φερέφωνα της Νέας Απάνθρωπης Τάξης: «Ξεχάστε όσα ξέρατε. Από δω και μπρος θα είστε σκλάβοι για το καλό σας. Θα ελέγχουμε το σώμα σας, τις κινήσεις σας, τις δραστηριότητές σας, τα απόρρητα προσωπικά σας στοιχεία και σε λίγο και την σκέψη σας». Μας το λένε απροκάλυπτα σε βιβλία, σε άρθρα, σε συνεντεύξεις, σε συνέδρια. Μας τεστάρουν, μετράνε αντιδράσεις, δημιουργούν συνήθειες. Είπαμε: ο βάτραχος πρέπει να βράσει σιγά-σιγά ώστε να αποδεχτεί χωρίς αντίσταση την υποταγή και τον θάνατό του.
Αναρωτιέμαι λοιπόν: τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να υποτάσσονται και να συμμορφώνονται τόσο εύκολα με διαδικασίες που προσβάλλουν βάναυσα την αξιοπρέπεια, την ελευθερία, την ιδιωτικότητα τους; Αναρωτιέμαι: γιατί δεν προβάλλουν την παραμικρή αντίρρηση σε πρακτικές ελέγχου και επιτήρησης που είναι ολοφάνερα ο προθάλαμος για την ολοκληρωτική κατοχή του σώματος και της ψυχής μας από την νέα μορφή εξουσίας που απλώνουν πάνω στην ανθρωπότητα με αφορμή την αναξιόπιστη «υγειονομική κρίση» και όσα κρύβει πίσω της;
(Ειλικρινά, δεν έχω απαντήσεις. Υποθέτω μόνο ότι οι περισσότεροι άνθρωποι συνήθισαν να αξιολογούν τα πάντα στη ζωή τους με οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια, να είναι επικεντρωμένοι μόνο στην καλοπέραση τους, στην φροντίδα του σώματος και της εικόνας τους, αφήνοντας να ατροφήσει και να νεκρωθεί η ψυχή και το πνεύμα τους, ανήμποροι πια να παλέψουν για την ελευθερία τους αφού η μοναδική αγωνία τους είναι να μην χάσουν τις βασικές ανέσεις τους).
Το πρόβλημα με όλα αυτά που συμβαίνουν τους τελευταίους 20 μήνες είναι κατεξοχήν υπαρξιακό. Χτυπούν τον άνθρωπο στον υπαρξιακό του πυρήνα. Θέλουν να καταργήσουν όλα όσα συγκροτούν τον ελεύθερο, βιολογικό άνθρωπο: ατομικότητα, μοναδικότητα, αξιοπρέπεια, ελευθερία. Επιδιώκουν να αλώσουν το ανθρώπινο σώμα και τελικά να κλέψουν το τελευταίο οχυρό του ανθρώπου: την μοναδική ατομική του συνείδηση, την ιερή και αμετάδοτη ψυχή του.
Κατά την άποψη σημαντικών και έντιμων στοχαστών και ερευνητών, το φαινόμενο «κόβιντ19» είναι η πρώτη φάση του τελικού σχεδίου ριζικής μετάλλαξης του ανθρώπου προς έναν απόλυτα ελεγχόμενο «μετάνθρωπο».
Αν το επιτρέψουμε, πολύ σύντομα η κατάργηση της ελευθερίας μας θα είναι μη αναστρέψιμη.
Αν το επιτρέψουμε, σε μερικά χρόνια ο ελεύθερος, βιολογικός άνθρωπος δεν θα υπάρχει.
Αν το επιτρέψουμε, εμείς και τα παιδιά μας θα ζήσουμε σε έναν κόσμο εφιαλτικό και αφόρητο.
Αν το επιτρέψουμε, αργά ή γρήγορα δεν θα είμαστε πια άνθρωποι αλλά πράγματα και εξαρτήματα σε ένα ζοφερό παγκόσμιο στρατόπεδο συγκέντρωσης – αναλώσιμοι ψηφιακοί σκλάβοι, άψυχα ανθρωποειδή, μεταλλαγμένες βιοτεχνολογικές οντότητες για κάθε λογής χρήσεις.
Ο Γιώργος Ταρασλιάς γεννήθηκε στη Ρόδο τον Μάιο του 1969. Πέρασε τα παιδικά και τα εφηβικά του χρόνια στα Κοσκινού. Στα δεκαοκτώ του έφυγε για σπουδές στην Αθήνα – οικονομικά στην ΑΣΟΕΕ. Ξαναγύρισε στο νησί το 1998 και από τότε μένει στην πόλη της Ρόδου. Είναι παντρεμένος και έχει ένα γιο. Τα βιβλία έγιναν καταφύγιο από νωρίς στη ζωή του. Σε δύσκολες εποχές είχε την τύχη να γνωρίσει και να εξοικειωθεί με το έργο σπουδαίων λογοτεχνών: Αλμπέρ Καμύ, Νίκο Καρούζο, Ντοστογιέφσκι, Εμίλ Σιοράν, Κωστή Παπαγιώργη, Τσαρλς Μπουκόφσκι, Κάφκα, Έρμαν Έσσε, Χένρυ Μίλερ, Καζαντζάκη, Χουάν Κάρλος Ονέτι, Ερνέστο Σάμπατο, Κορνήλιο Καστοριάδη, Κλεάνθη Γρίβα. Άρχισε να γράφει από τα δεκαπέντε του. Αρκετά χρόνια αργότερα συνειδητοποίησε την θεραπευτική δύναμη της γραφής. Συνεχίζει να γράφει κυρίως για λόγους αυτοθεραπείας. Θεωρεί την λογοτεχνία ως μια απόπειρα εξήγησης της ανθρώπινης ύπαρξης και ως μία μέθοδο προσωπικής σωτηρίας. Έχει δημοσιεύσει διηγήματα σε συλλογικούς τόμους και την ατομική συλλογή διηγημάτων «Βραδινές Υποσχέσεις και άλλες ιστορίες» – Εκδόσεις Βερέττα, 2019. Χαρακτηρίζει το πρόσφατο δημοσιευμένο έργο του «Μανιφέστο αγωνίας» ως «έργο εκτάκτου ανάγκης».