Κάλλας και Ζελένσκι ζητούν πόλεμο μέχρι τέλους! «Πίεση στη Ρωσία και κυρώσεις»
Η Ελλάδα των αρχών του 20ού αιώνα
Στις αρχές του 20ού αιώνα, η Ελλάδα προσπαθούσε ακόμη να σταθεί όρθια μετά τους εθνικούς αγώνες του 19ου αιώνα. Η εδαφική της έκταση είχε μεν επεκταθεί, όμως μεγάλα τμήματα του Ελληνισμού —και ιδιαίτερα η Μακεδονία— στέναζαν ακόμη κάτω από τον οθωμανικό ζυγό.
Οι πληθυσμοί της περιοχής ήταν πολύπλευροι: Έλληνες, Σλάβοι, Τούρκοι, Αλβανοί, Βλάχοι. Η ψυχή όμως της Μακεδονίας χτυπούσε ελληνικά.
Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό περιβάλλον, όπου ο βουλγαρικός εθνικισμός επιχειρούσε να αλλοιώσει τον χαρακτήρα των μακεδονικών πληθυσμών μέσω της εξαρχίας και των κομιτατζήδων, γεννήθηκε η ανάγκη για δράση. Και τότε εμφανίστηκε ο Παύλος Μελάς — ο άνθρωπος που έμελλε να γίνει σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής.
Από την Αθήνα στη Μακεδονία
Ο Παύλος Μελάς γεννήθηκε το 1870 στη Μασσαλία, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του, Μιχαήλ Μελάς, γνωστός λόγιος και μετέπειτα δήμαρχος Αθηναίων. Μεγάλωσε σε περιβάλλον εθνικά και κοινωνικά ανήσυχο, ενώ από νεαρή ηλικία έδειξε πάθος για την πατρίδα και επιθυμία να προσφέρει.
Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων και εντάχθηκε στον Ελληνικό Στρατό ως ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού.
Η γνωριμία του με τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη του πολιτικού Στέφανου Δραγούμη, καθόρισε τη ζωή του. Ο γάμος τους, εκτός από προσωπική ένωση, έγινε και πνευματικός δεσμός δύο οικογενειών που αργότερα θα διαδραμάτιζαν κεντρικό ρόλο στον Μακεδονικό Αγώνα.
Από τον γάμο αυτό γεννήθηκαν δύο παιδιά — ο Μιχαήλ και η Ζωή. Όμως ο Παύλος Μελάς δεν αρκέστηκε σε μια ήρεμη οικογενειακή ζωή. Όταν πληροφορήθηκε τις θηριωδίες των βουλγαρικών κομιτάτων εις βάρος των ελληνικών πληθυσμών, ένιωσε πως η πατρίδα τον καλούσε.
Το προσκλητήριο του Αγώνα
Η Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ), που ίδρυσαν Βούλγαροι το 1893, επιχείρησε με προπαγάνδα και βία να επιβάλει την εξαρχία στις μακεδονικές κοινότητες.
Η Αθήνα κρατούσε τότε στάση επιφυλακτική, όμως υπήρχαν Έλληνες που δεν μπορούσαν να μείνουν αδρανείς. Ο Ίων Δραγούμης, ο Λάμπρος Κορομηλάς, ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης —και φυσικά ο Παύλος Μελάς— οργάνωσαν το δίκτυο του ελληνικού αγώνα.
Ο Μελάς, με το ψευδώνυμο «Μίκης Ζέζας», αποφάσισε να εισέλθει ο ίδιος στη Μακεδονία. Παραιτήθηκε ουσιαστικά από κάθε στρατιωτική ασφάλεια και, το καλοκαίρι του 1904, πέρασε μυστικά τα σύνορα με μικρό σώμα ανταρτών.
Ο “Μίκης Ζέζας” στα βουνά της Μακεδονίας
Η μορφή του Μελά μέσα σε λίγους μήνες έγινε θρύλος. Με στολή που θύμιζε περισσότερο κλέφτη του ’21 παρά αξιωματικό, διέσχισε τα χωριά της Δυτικής Μακεδονίας, εμψυχώνοντας τους κατοίκους, οργανώνοντας αντιστασιακές ομάδες και στηρίζοντας ιερείς και δασκάλους.
Η παρουσία του ενθάρρυνε τους ντόπιους να αντισταθούν στους κομιτατζήδες. Παράλληλα, η δράση του είχε και συμβολικό χαρακτήρα: έδειχνε ότι το ελληνικό κράτος δεν είχε εγκαταλείψει τα παιδιά του.
Έγραφε στη γυναίκα του:
«Όταν πεθάνω, να μην κλάψεις, να καμαρώνεις γιατί σου άξιζε να αγαπήσεις Έλληνα που έπεσε για την πατρίδα».
Η θυσία στη Στάτιστα
Η τελευταία του αποστολή στάθηκε και η μοιραία. Τον Οκτώβριο του 1904, το σώμα του περικυκλώθηκε από τουρκικές δυνάμεις στο χωριό Στάτιστα (σήμερα Μελάς Καστοριάς).
Στην ανταλλαγή πυρών, ο Παύλος Μελάς τραυματίστηκε θανάσιμα. Οι σύντροφοί του, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων, τον έθαψαν μυστικά μέσα στη νύχτα.
Η είδηση του θανάτου του συγκλόνισε όλη την Ελλάδα. Ήταν μόλις 34 ετών.
Όμως η θυσία του έγινε σπίθα που άναψε φλόγα· από εκείνη τη στιγμή, ο Μακεδονικός Αγώνας πήρε νέα δυναμική και απέκτησε εθνικό βάθος.
Η φλόγα που δεν έσβησε
Ο χαμός του Μελά άλλαξε την ψυχολογία ενός ολόκληρου έθνους. Στρατιωτικά σώματα, ιερείς, δάσκαλοι και εθελοντές από κάθε γωνιά της Ελλάδας ανέβηκαν στα μακεδονικά βουνά.
Μέχρι το 1908, χάρη σε αυτή τη συστηματική δράση, η ελληνική παρουσία στη Μακεδονία είχε ενισχυθεί καταλυτικά.
Ο Ίων Δραγούμης, συγκλονισμένος από την απώλεια του φίλου του, έγραψε το αθάνατο έργο «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα», μεταφέροντας το πνεύμα του Αγώνα και την αυτοθυσία των πρωταγωνιστών του.
Η μνήμη και το παράδειγμα
Η φιγούρα του Παύλου Μελά δεσπόζει μέχρι σήμερα στην ελληνική συνείδηση. Δεν ήταν ένας απλός πολεμιστής — ήταν άνθρωπος του καθήκοντος και της ιδέας.
Η μορφή του κοσμεί ανδριάντες, σχολεία, δρόμους, ενώ το χωριό όπου έπεσε φέρει το όνομά του. Η οικία του στην Καστοριά έχει μετατραπεί σε Μουσείο Παύλου Μελά, τόπο μνήμης και προσκύνημα για όσους τιμούν τους ήρωες.
Ένα διαχρονικό μήνυμα
Στη σημερινή εποχή, όπου οι αξίες συχνά δοκιμάζονται, η μορφή του Παύλου Μελά έρχεται να θυμίσει τι σημαίνει πατρίδα, πίστη και προσφορά.
Η ζωή του διδάσκει ότι η αγάπη για την Ελλάδα δεν είναι σύνθημα, αλλά πράξη. Ότι η ελευθερία δεν χαρίζεται αλλά κερδίζεται με θυσίες. Και πως ακόμη και ένας μόνο άνθρωπος, αν έχει πίστη, μπορεί να αλλάξει τη ροή της ιστορίας.
«Η Μακεδονία δεν θα μείνει σκλάβα, γιατί έχει ψυχή ελληνική».
— Παύλος Μελάς
Επίλογος
Η Ελλάδα χρωστά πολλά στον Παύλο Μελά και στους συντρόφους του. Όχι μόνο γιατί πολέμησαν για τη Μακεδονία, αλλά γιατί απέδειξαν πως ο ελληνισμός μπορεί να σταθεί όρθιος όταν έχει ενότητα και πίστη.
Σήμερα, καθώς το έθνος μας αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις, το παράδειγμα του Παύλου Μελά παραμένει φάρος αξιοπρέπειας και εθνικής συνέπειας.
Ο ήρωας της Μακεδονίας δεν ανήκει μόνο στο παρελθόν. Ανήκει στο μέλλον της Ελλάδας.