Κάλλας και Ζελένσκι ζητούν πόλεμο μέχρι τέλους! «Πίεση στη Ρωσία και κυρώσεις»
Η κατάρρευση δύο γαλλικών κυβερνήσεων μέσα σε έναν μόλις μήνα δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός. Αντίθετα, είναι η κορύφωση μιας μακράς πορείας πολιτικής αποσύνθεσης που φέρει σαφώς την υπογραφή του Εμανουέλ Μακρόν. Ο άνθρωπος που κάποτε εμφανίστηκε ως “νέος αέρας” στην ευρωπαϊκή πολιτική, έχει πλέον μετατραπεί σε σύμβολο αυταρχικής φθοράς και αποξένωσης από τον ίδιο τον λαό του.
Η Γαλλία βιώνει σήμερα μια πρωτοφανή κρίση θεσμών. Ο ένας πρωθυπουργός διαδέχεται τον άλλον χωρίς να μπορεί να σταθεί ούτε εβδομάδες στην εξουσία. Η κοινωνία είναι βαθιά διχασμένη, οι αγορές σε αναβρασμό, και η Εθνοσυνέλευση θυμίζει περισσότερο πεδίο μάχης παρά όργανο δημοκρατικής λειτουργίας. Όμως, πίσω από τις ημερομηνίες, τα ονόματα και τις ψήφους δυσπιστίας, υπάρχει μια κεντρική ευθύνη: ο Μακρόν δημιούργησε ένα πολιτικό περιβάλλον όπου η δημοκρατική νομιμοποίηση έχει υποκατασταθεί από προσωπική αλαζονεία.
Από τον κορωνοϊό στην Ουκρανία: μια διαδρομή αυταρχισμού
Η κρίση δεν γεννήθηκε χθες. Από την εποχή της πανδημίας, ο Μακρόν επέλεξε να κυβερνήσει όχι με συνεννόηση, αλλά με επιβολή.
Οι υποχρεωτικότητες, τα “υγειονομικά πάσα”, οι αποκλεισμοί πολιτών από την κοινωνική ζωή, δεν ήταν απλώς έκτακτα μέτρα – ήταν μια πρόβα αυταρχισμού. Η λογική του “ξέρω εγώ καλύτερα από εσάς” έγινε καθημερινότητα. Οι φωνές που διαφωνούσαν στιγματίστηκαν, τα ΜΜΕ λειτούργησαν ως φερέφωνα της κυβερνητικής γραμμής, και ο λαός αισθάνθηκε για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες τόσο αποκομμένος από το Παλάτι των Ηλυσίων.
Όταν ήρθε η υπόθεση της Ουκρανίας, ο ίδιος αυτός τρόπος σκέψης συνεχίστηκε. Ο Μακρόν έσπευσε να στηρίξει άκριτα την Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες, επιβάλλοντας κυρώσεις που πλήττουν πρώτα και κύρια τον γαλλικό λαό. Οι αυξήσεις στην ενέργεια, οι πιέσεις στη βιομηχανία και η φτωχοποίηση των μεσαίων στρωμάτων είναι το αποτέλεσμα μιας πολιτικής που έγινε στο όνομα της “Ευρώπης”, αλλά εις βάρος της ίδιας της Γαλλίας.
Ένας πρόεδρος απομονωμένος από τον λαό του
Η πτώση της κυβέρνησης του Φρανσουά Μπαϊρού και, λίγες εβδομάδες αργότερα, η αστραπιαία παραίτηση του Σεμπαστιέν Λεκoρνύ, δεν είναι σύμπτωμα απλώς πολιτικής αστάθειας. Είναι ένδειξη ότι ο Μακρόν έχει χάσει κάθε επαφή με την κοινωνία και το κοινοβούλιο. Δεν διαθέτει πλέον ούτε πλειοψηφία ούτε κύρος· κυβερνά μέσω διορισμών, τεχνητών ισορροπιών και επικοινωνιακών τεχνασμάτων.
Στην πράξη, η Γαλλία ζει ένα είδος “δημοκρατικού κενού”. Οι πολίτες δεν αναγνωρίζουν το πρόσωπο που υποτίθεται ότι τους εκπροσωπεί. Οι διαδηλώσεις και τα κινήματα διαμαρτυρίας, όπως το «Bloquons tout» (“Ας τα μπλοκάρουμε όλα”), εκφράζουν όχι μόνο κοινωνική αγανάκτηση αλλά και βαθιά πολιτική απαξίωση του προεδρικού θεσμού.
Και όμως, ο Μακρόν παραμένει στην καρέκλα του. Κανένα αποτέλεσμα εκλογών, καμία μαζική διαμαρτυρία, καμία κοινοβουλευτική απόρριψη δεν φαίνεται να τον κλονίζει. Αντί να ακούσει το μήνυμα των πολιτών, επιλέγει να περιφρουρεί την εξουσία του, χρησιμοποιώντας το Σύνταγμα ως ασπίδα και όχι ως πλαίσιο δημοκρατικής νομιμότητας.
Το ευρωπαϊκό φαινόμενο της “παραμονής πάση θυσία”
Η περίπτωση Μακρόν δεν είναι μεμονωμένη. Στην πραγματικότητα, αντιπροσωπεύει ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό φαινόμενο: πολιτικοί που χάνουν την εμπιστοσύνη των κοινωνιών τους, αλλά αρνούνται να αποχωρήσουν. Προσκολλώνται στους θεσμούς, ελέγχουν τα ΜΜΕ, χειραγωγούν τις διαδικασίες και μετατρέπουν τη δημοκρατία σε μηχανισμό αυτοσυντήρησης.
Το είδαμε στη Γερμανία, όπου οι κυβερνώντες κλείνουν τα αυτιά τους στη λαϊκή δυσαρέσκεια. Το βλέπουμε στην ΕΕ, όπου η γραφειοκρατία των Βρυξελλών λειτουργεί χωρίς ουσιαστικό δημοκρατικό έλεγχο. Και τώρα, στη Γαλλία – την πατρίδα της Επανάστασης και των ελευθεριών – βλέπουμε τον θεσμό της προεδρίας να χάνει το ηθικό του έρεισμα.
Η προειδοποίηση για το μέλλον της Ευρώπης
Η κρίση στη Γαλλία είναι κάτι περισσότερο από ένα εθνικό πολιτικό επεισόδιο. Είναι ένα καθρέφτισμα της ευρωπαϊκής παρακμής. Όταν οι ηγέτες παύουν να λογοδοτούν στον λαό και προτιμούν να κυβερνούν μέσω διατάγματος, η δημοκρατία μετατρέπεται σε σκηνικό χωρίς ψυχή. Και όταν οι πολίτες πάψουν να πιστεύουν ότι η ψήφος τους μπορεί να αλλάξει κάτι, τότε ανοίγει ο δρόμος για τα άκρα — είτε αυτά βρίσκονται δεξιά είτε αριστερά.
Ο Μακρόν είχε την ευκαιρία να σταθεί ως μεταρρυθμιστής και ενωτικός ηγέτης. Αντί γι’ αυτό, επέλεξε τον ρόλο του “διαχειριστή εξουσίας” – ενός πολιτικού που κυβερνά για να κυβερνά, χωρίς όραμα, χωρίς νομιμοποίηση, χωρίς πίστη στη δημοκρατία που υποτίθεται ότι υπηρετεί.
Η Γαλλία, όμως, έχει παράδοση να ξεπερνά τις κρίσεις της μέσα από αναγέννηση. Και ίσως αυτή η πολιτική κατάρρευση να είναι το πρώτο βήμα για να ξαναγεννηθεί η φωνή του λαού. Μια φωνή που λέει όχι μόνο στον Μακρόν, αλλά σε ολόκληρο το ευρωπαϊκό σύστημα που έχει ξεχάσει ποιον υποτίθεται ότι υπηρετεί.