Την κατάσταση της Γερμανικής οικονομίας σχολίασε ο Βλάντιμιρ Πούτιν μιλώντας σε Ρωσικά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ο ίδιος επεσήμανε μεταξύ άλλων πως «η απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης να στραφεί από το ρωσικό αέριο σε πιο ακριβές πηγές ενέργειας έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας. Οι δυτικοί ηγέτες προφανώς ήλπιζαν ότι η Μόσχα θα αναδιπλωθεί γρήγορα εάν την απέφευγε η ευρωπαϊκή αγορά, αλλά δεν υπολόγισαν σωστά».
«Προφανώς, περίμεναν ότι αν δεν μας πάρουν το φυσικό αέριο, θα καταρρεύσουμε πιο γρήγορα από ό,τι αντιμετωπίζουν μη αναστρέψιμες διαδικασίες. Αλλά οι μη αναστρέψιμες διαδικασίες ουσιαστικά αρχίζουν να συμβαίνουν», τόνισε ο Πούτιν.
Σύμφωνα με τον Ρώσο πρόεδρο, «οι βιομηχανίες μετακινούνται σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, όπου έχουν δημιουργηθεί πιο ευνοϊκές συνθήκες και όπου η ενέργεια έχει αποδειχθεί φθηνότερη». Πρόσθεσε ότι «είναι απολύτως προφανές» ότι οι πολιτικές που υιοθέτησε η κυβέρνηση του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς «καταφέρουν ένα κολοσσιαίο πλήγμα στο μέλλον της γερμανικής οικονομίας».
Η οικονομική δύναμη της ΕΕ επωφελήθηκε για χρόνια από τη σχετικά φθηνή ρωσική ενέργεια, λαμβάνοντας έως και το 40% των εισαγωγών φυσικού αερίου από τη χώρα. Μετά την έναρξη της στρατιωτικής επιχείρησης της Μόσχας κατά του Κιέβου τον Φεβρουάριο του 2022, το Βερολίνο κινήθηκε για να μειώσει ριζικά την εξάρτησή του από τη ρωσική ενέργεια εισάγοντας LNG μέσω ευρωπαίων γειτόνων και ενισχύοντας τις ροές φυσικού αερίου από τη Νορβηγία και την Ολλανδία.