(«Δεν φέρνω κανένα μήνυμα. Απλώς τον ανθρώπινο πόνο υπενθυμίζω» – Τάσος Λειβαδίτης, Ποιητής, 1922 – 1988)
Καθώς στη χώρα μας και σε άλλες χώρες η απάνθρωπη ιατρική τυραννία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη επιβάλλοντας όλο και πιο βάρβαρα μέτρα, πολλοί συνάνθρωποί μας βιώνουν στο πετσί τους τις σκληρές συνέπειες των εγκληματικών αποφάσεων από δόλιες κυβερνήσεις που τα λόγια τους μιλούν για σωτηρία αλλά τα έργα τους προκαλούν καταστροφή, φτώχεια, αρρώστια, απόγνωση και θάνατο.
Υπό συνθήκες ιατρικής τρομοκρατίας και αδιάκοπης προπαγάνδας από τα μέσα μονόπλευρης χειραγώγησης και εξαπάτησης, σκοτάδι έχει απλωθεί στις κοινωνίες και τους λαούς πολλών χωρών του κόσμου. Θλίψη και οργή πνίγουν τις καρδιές των ανθρώπων που βλέπουν ανήμποροι τη ζωή τους να ανατρέπεται και να καταστρέφεται από πολιτικές συμμορίες που με το ψέμα της «προστασίας της δημόσιας υγείας» σακατεύουν την ατομική υγεία δισεκατομμυρίων πολιτών και τους οδηγούν σε θανατηφόρες συνθήκες ανέχειας και ακραίου άγχους.
Η οργή, όμως, δεν αρκεί. Πρέπει να βρει την κατάλληλη μορφή της στην πράξη και να γίνει μια δύναμη που θα ανατρέψει την αδικία, την καταπίεση και την τυραννία. Αλλά μέχρι να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για μια γόνιμη αντίσταση, αυτό που πρέπει να γίνει άμεσα είναι η παροχή βοήθειας και η ανακούφιση των ανθρώπων που υποφέρουν από τις σατανικές δυνάμεις που κυβερνούν τον κόσμο.
Έχοντας βιώσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου μέσα σε οριακές συνθήκες και έχοντας νοιώσει στο πετσί μου την απόγνωση της απόλυτης ανέχειας, καταλαβαίνω σε τι κατάσταση βρίσκονται αναρίθμητοι συνάνθρωποί μας που μέσα σε λίγους μήνες είδαν να καταρρέουν η οικονομική ασφάλεια και η ομαλότητα της ζωής τους.
Πολλοί απ’ αυτούς, έχοντας μια βαθιά αίσθηση αξιοπρέπειας, δεν θα απλώσουν ποτέ το χέρι για βοήθεια – ντρέπονται ακόμα και με τη σκέψη μιας τέτοιας εμπειρίας. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο και για να μην θρηνήσουμε άλλα θύματα αυτής της απάνθρωπης τυραννίας, ας δείξουμε όλοι μας τον καλύτερο εαυτό μας και ο καθένας, στο μέτρο των δυνάμεών του, ας κάνει το καθήκον του απέναντι στους πονεμένους συνανθρώπους του. Τρόποι υπάρχουν. Ακόμα και μια μικρή πράξη συμπαράστασης μπορεί να δώσει ζωή και να σώσει έναν άνθρωπο που βασανίζεται σιωπηλά από θλιβερές και θανάσιμες σκέψεις. Ας πάρει ο καθένας μας ατομικές και συλλογικές πρωτοβουλίες και ας εκπληρώσει την ύψιστη ανθρώπινη αποστολή του: την αγάπη και την αλληλεγγύη.
Προνόμιο ή ατυχία η ζωή κάποτε τελειώνει και αυτό που μένει είναι εκείνες οι λίγες πράξεις που επιβεβαιώνουν πως κάτι μέσα μας έχει μια αξία και ένα νόημα που υπερβαίνει την πρόσκαιρη επίγεια ύπαρξή μας.
(Υ.Γ. Το σχέδιο «κόβιντ19» είναι μόνον η αρχή. Η παγκόσμια οικονομική υπερτάξη με συντονιστικό βραχίονα το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ θα κάνει τα πάντα για να πετύχει την λεγόμενη «Μεγάλη Επανεκκίνηση» και να βυθίσει την ανθρωπότητα στην μαζική φτώχεια και στον απόλυτο έλεγχο. Απέναντι σε όσα σχεδιάζουν οι παγκόσμιοι πλουτοκράτες, κάθε άνθρωπος θα πρέπει να αντιτάξει τα καλύτερα στοιχεία του και να κάνει τον δικό του καθημερινό αγώνα με θάρρος, σύνεση και συμπόνια. Το να περιμένουμε παθητικά σωτήρες και λυτρωτές που θα βάλουν τέλος στα προσωπικά βάσανα και στην αγωνία μας – αυτή είναι μια παγίδα που οδηγεί στον εφησυχασμό και στην παθητικότητα. Αν ο καθένας γίνει σωτήρας του εαυτού του και βρει την δύναμη να βοηθήσει έστω και έναν άνθρωπο που υποφέρει δίπλα του τότε η αλυσίδα της αλληλεγγύης μπορεί να επεκταθεί σε ολόκληρη την κοινότητα. Αυτό είναι που φοβούνται οι τύραννοι, την αυθόρμητη ανθρωπιά και την αλληλεγγύη, γι’ αυτό και σπέρνουν με τόση μανία τον διχασμό και την κοινωνική εχθρότητα. Θέλουν ανθρώπους με σκληρή καρδιά, εγωπαθείς, παραδομένουςσε τυφλά και βίαια ένστικτα. Ας μην το επιτρέψουμε. Καλή δύναμη σε όλους.)
Ο Γιώργος Ταρασλιάς γεννήθηκε στη Ρόδο τον Μάιο του 1969. Πέρασε τα παιδικά και τα εφηβικά του χρόνια στα Κοσκινού. Στα δεκαοκτώ του έφυγε για σπουδές στην Αθήνα – οικονομικά στην ΑΣΟΕΕ. Ξαναγύρισε στο νησί το 1998 και από τότε μένει στην πόλη της Ρόδου. Είναι παντρεμένος και έχει ένα γιο. Τα βιβλία έγιναν καταφύγιο από νωρίς στη ζωή του. Σε δύσκολες εποχές είχε την τύχη να γνωρίσει και να εξοικειωθεί με το έργο σπουδαίων λογοτεχνών: Αλμπέρ Καμύ, Νίκο Καρούζο, Ντοστογιέφσκι, Εμίλ Σιοράν, Κωστή Παπαγιώργη, Τσαρλς Μπουκόφσκι, Κάφκα, Έρμαν Έσσε, Χένρυ Μίλερ, Καζαντζάκη, Χουάν Κάρλος Ονέτι, Ερνέστο Σάμπατο, Κορνήλιο Καστοριάδη, Κλεάνθη Γρίβα. Άρχισε να γράφει από τα δεκαπέντε του. Αρκετά χρόνια αργότερα συνειδητοποίησε την θεραπευτική δύναμη της γραφής. Συνεχίζει να γράφει κυρίως για λόγους αυτοθεραπείας. Θεωρεί την λογοτεχνία ως μια απόπειρα εξήγησης της ανθρώπινης ύπαρξης και ως μία μέθοδο προσωπικής σωτηρίας. Έχει δημοσιεύσει διηγήματα σε συλλογικούς τόμους και την ατομική συλλογή διηγημάτων «Βραδινές Υποσχέσεις και άλλες ιστορίες» – Εκδόσεις Βερέττα, 2019. Χαρακτηρίζει το πρόσφατο δημοσιευμένο έργο του «Μανιφέστο αγωνίας» ως «έργο εκτάκτου ανάγκης».